Γιατί είθισται οι ονομασίες να είναι στα λατινικά;
Η κλασική λατινική γλωσσα, μετα την πτωση της δυτικού μερους της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, χώρια ότι παρέμεινε επισημη γλωσα της δυτικής εκκλησίας και σχεδόν όλων των νεων κρατικών δυνάμεων που αναδύονταν στην περιοχή, χρησιμοποιότανε μεχρι και σχεδόν το 19ο αιώνα στη δυτική Ευρώπη ως γλωσσα της λογιοσύνης, της επιστήμης και της εκπαίδευσης, παιζοντας ουσιαστικα το ρολο της κοινης γλωσσας ενος υπο διαμόρφωση ευρωπαϊκού πολιτισμού.
Οι ομιλούμενες νεολατινικες και άλλες τοπικες γλωσσες ήταν ανυπόληπτες και θεωρουνταν ακαταληλες για σοβαρές χρησεις. Η συστηματικη καλλιεργεια τους άρχισε πολύ μετα την Αναγέννηση, συμπίπτοντας με την άνοδο της αστικής τάξης και τη δημιουργία των "κρατών - εθνών".
(Αντίστοιχη διγλωσία επικρατούσε βεβαια και στα μερη μας, αφού ο "αττικισμός" ήταν και στο Βυζαντιο η επισημη γλωσσικη ιδεολογία, μετά την υιοθετηση της ελληνικής ως γλώσσας της αυτοκρατορίας στον 7ο αιώνα).
Ηταν επομενως αναπόφευκτο για καθε μορφωμενο ευρωπαίο που ήθελε να συμμετάσχει στο πνευματικο "γίγνεσθαι" της εποχής του να ξέρει τέλεια τη λατινική και να γράφει σ' αυτήν τα έργα του, όπως έκανε και ο Λιναίος (που ήταν απο τη Σουηδία).
Πάντως, στην παραγωγή επιστημονικών ονομάτων για τα ζωντανά, ως πηγή λέξεων χρησιμοποιείται πολύ συχνά και η αρχαία ελληνική γλώσα. Μόνο που οι περισσότερες ελληνικές λέξεις προσαρμόζονται στο τυπικο της γραμματικής της λατινικής και βεβαια γράφονται με λατινικούς χαρακτήρες, για αυτό μάλλον είναι δύσκολο να αναγνωριστούν από το μεσο χρήστη της νεοελληνικής που δεν είναι εξοικειωμένος με την αρχαία ελληνική ή τη λατινική γλώσα.
Π.χ. η λέξη "haliaetus" είναι η (αρχαία) ελληνική "αλιαετός" (= θαλασσαετός).