Με φειδώ το σουσάμι... Είναι ιδιαίτερα λιπαρός σπόρος.
Η σύστασή του ανά 100γρ περιλαμβάνει: 18.6 γρ. Πρωτεΐνη, 52.5 gr λίπος, 21.6 γρ. υδατάνθρακες, 3 γρ. Φυτικών ινών, 1200 mg ασβεστίου, 540 mg φωσφόρο, 10 mg σιδήρου, 563 θερμίδες. Επιπρόσθετα είναι πλούσιο σε βιταμίνες του συμπλέγματος Β, βιταμίνη Ε, μέταλλα και ιχνοστοιχεία. Το σησάμι είναι πλούσιο και σε φώσφορο, κάλιο, μαγνήσιο, ψευδάργυρο και σελήνιο. Επίσης περιέχει λιγνάνες είναι χημικές ενώσεις μικρού μοριακού βάρους οι οποίες περιέχουν π-υδροξυ-φαινυλοπροπάνιο. Το σησάμι περιέχει σημαντικές ποσότητες χαρακτηριστικών λιγνανών, όπως η σεσαμίνη και η σεσαμολίνη. Οι λιγνάνες έχουν σημαντικές αντιοξειδωτικές και φαρμακευτικές ιδιότητες.
Το σουσάμι είναι τρόφιμο με υψηλής βιολογικής αξίας φυτική πρωτεΐνη. Είναι πλούσιο σε αμινοξέα όπως η μεθειονίνη, η τρυπτοφάνη, η λευκίνη και η αργινίνη, ενώ είναι σχετικά φτωχή η περιεκτικότητά του σε λυσίνη. Η ανάλυση των αμινοξέων του σησαμιού αποδεικνύει ότι συνδυαζόμενο με τροφές πλούσιες σε λυσίνη, το σησάμι αποτελεί ένα τρόφιμο πολύ υψηλής πρωτεϊνικής αξίας. Αξίζει να σημειωθεί, ότι τα όσπρια είναι γενικά πλούσια σε λυσίνη, αλλά ελλειμματικά σε θειούχα αμινοξέα, όπως η μεθειονίνη και η κυστίνη. Συνδυασμός λοιπόν οσπρίων με σησάμι ή προϊόντα σησαμιού, αυξάνει τη διαιτητική αξία της συνολικής πρωτεΐνης.
Η υψηλή θρεπτική αξία του σουσαμιού οφείλεται και στα λιπαρά οξέα που περιέχει. Από αυτά το 45% είναι μονοακόρεστα, το 40% πολυακόρεστα και μόλις το 15% κορεσμένα. Τα ακόρεστα λιπαρά οξέα που αποτελούν τον κύριο όγκο των λιπαρών οξέων στο σησαμέλαιο (80%) είναι το ελαϊκό και το λινελαϊκό οξύ, ενώ μικρές είναι οι ποσότητες του παλμιτικού και στεατικού και σε ίχνη μόνο απαντάται το λινολενικό. Το σησαμέλαιο, σε σύγκριση με το σογιέλαιο και το αραβοσιτέλαιο, περιέχει περισσότερα μονοακόρεστα λιπαρά οξέα. Τα κορεσμένα λιπαρά οξέα βρίσκονται σε ίδιο ποσοστό τόσο στο σησαμέλαιο όσο και στο σογιέλαιο, ενώ το αραβοσιτέλαιο περιέχει ελαφρώς μικρότερη ποσότητα. Ένα ενδιαφέρον χαρακτηριστικό του σησαμελαίου, είναι η απουσία trans-ακόρεστων λιπαρών οξέων, τα οποία συνήθως παράγονται κατά την επεξεργασία του σογιέλαιου και άλλων φυτικών ελαίων. Ένας αριθμός μελετών έχει δείξει, ότι τα trans-λιπαρά οξέα δημιουργούν προβλήματα υγείας. Παρατηρούμε λοιπόν ότι τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα των οποίων η λήψη μέσω της διατροφής κρίνεται αναγκαία εξαιτίας της αδυναμίας του ανθρώπινου οργανισμού να τα συνθέσει, καλύπτουν το μεγαλύτερο ποσοστό.
Pηγή :"http://medlabgr.blogspot.com/2011/12/blog-post.html"