Γενικά Ιδιωματικοί όροι και εκφράσεις περιστεράδων

  • Θεματοθέτης Θεματοθέτης lazaros
  • Ημερομηνία Ημερομηνία

lazaros

PB Member
Εγγραφή
21 Απρ 2008
Μηνύματα
788
Πόλη
Μονεμβασιά
''Αναβατόριο" Βούτα που ανεβαίνει κατακόρυφα όταν πετάει.
''Ασμάνι'' Κοινό περιστέρι.
''Βήμα'' Ο ρυθμός-παλμός που κινεί τα φτερά του το περιστέρι.
''Βαρκάδα'' Η κακή συνήθεια της βούτας να κάνει ''βάρκα''να πλανάρει, να αιωρείται στον αέρα. (Για άλλα είδη περιστεριών μπορεί να μην είναι κακό, για την βούτα είναι ελλάτωμα και πρέπει να βγαίνει από το κουμάσι.
''Κουμάσι'' Κοτέτσι-περιστερώνας.
''Μαβί'' Γαλάζιο. Ανοιχτό σταχτί, είναι χρωματισμός περιστεριού.
''Μούρο'' Σπυρί που βγάζουν τα περιστέρια στα πόδια, στο κεφάλι στο ράμφος και είναι το σύμπτωμα της διφθεροευλογιάς.
 
''Κρεμεζί'' Κοκκινωπή βούτα (χρωματισμός βούτας)
''Αλατζάς'' Πιτσιλωτή βούτα. Συνήθως λέμε μαυροαλατζάς με μαύρα στίγματα ή μπόζαλατζάς με γκρί στίγματα. (χρωματισμός βούτας).
''Ασπρόκολη'' Η βούτα με άσπρη ουρά.
''Ασπρομύτα-κερομύτα'' Η βούτα με άσπρη μύτη.
''Κισμές'' Άσπρο περιστέρι με σκούρα ουρά.
''Κιφσένι'' Γκριζόμαυρο περιστέρι.
''Ντενακλίδικο'' Βούτα με ένα ή δύο ή το πολύ τρία άσπρα φτερά στη μέση της ουράς. (τα άλλα φτερά της ουράς πρέπει να είναι σκούρα.)
''Παρδαλή'' Λέμε την βούτα που έχει περισσότερα από ένα χρώματα. (τσινοσουλούπια, μαυροσουλούπια)
 
''Σαξάνι'' Άσπρο περιστέρι''.
''Σέσικο'' Άσπρο περιστέρι με καφέ, καφεκκόκινα στίγματα.
''Σταχτονέρικο'' Τσινοσούλουπο με σταχτιά ουρά.
''Τσινί ή τζινί'' Το κλασσικό χρώμα της βούτας. (Σταχτί-γκρίζο.)
''Φάσσα'' ή λεύκαυχην ένα από τα ''αίματα'' της βούτας.
''Τσινιάλικο'' το κλασσικό χρώμα της βούτας με λευκά στίγματα στο σώμα στο κεφάλι στη πλάτη.
 
''Αγιάρικη'' Βούτα που χάνει δύσκολα τον προσανατολισμό της, δύσκολα ''πέφτει'' σε άλλο κουμάσι αλλά και αν πέσει δεν μπαίνει μέσα, σηκώνεται και ψάχνει το κουμάσι του.
''Ακούει'' Λέμε έτσι μια βούτα που εκτελεί το συνιάλο του περιστερά για επιστροφή στο κουμάσι-στη βάση γρήγορα και άμεσα.
''Βαζούρα'' Ο θόρυβος που κάνει η βούτα όταν πέφτει από ψηλά. (όσο πιο πολύ θόρυβο κάνει τόσο πιο καλή βουτά είναι.)
''Γιαβρί'' Το μικρό περιστέρι, πιτσούνι.
''Κρεματαλάει ή Κρεμαλατάει'' Όταν μια βούτα ή όλο το σμήνος που πετάει αρχίζει να πέφτει χωρίς συνιάλο.
''Κρεμοφτέρικη'' Η βούτα που κρεμάει το φτερό ή τα φτερά της.
 
''Παλαμάκια''ή ''πλατούρια'' το χτύπημα του φτερού που κάνουν μερικές βούτες καθώς ανεβαίνουν συνήθως οι γοργόφτερες και νευρικές. Παλιά οι περιστεράδες έλεγαν της ακούσατε της βούτες μου, όχι της είδατε αλλά της ακούσατε από τον θόρυβο που έκαναν.

''Ουτζίδικα'' Άλλη μια ονομασία της βούτας. Έχει Τούρκικη ρίζα και σημαίνει εξαιρετικός, γνήσιος.

''Σπαθάτο'' Περιστέρι με ωραία κορμοστασιά, μεγάλες, μακριές φτερούγες που της διασταυρώνει πάνω από την ουρά.

''Τσακίρικο'' Το χρώμα των ματιών της βούτας γκρίζο.

''Άψητη'' Η απροπόνητη βούτα.

''ψημένη'' Καλογυμνασμένη βούτα, που αντέχει σε πολλά ''καλάμια''

''Καλάμια'' το λέμε όταν θέλουμε να πούμε πόσες φορές πέταξε μια βούτα. Π.χ. σήμερα έριξα τρία καλάμια-ιες. Δηλαδή σήκωσα τα περιστέρια και πέταξαν τρίς φορές.
 
''Αραμπατζήδες'' Τα περιστέρια που έχουμε σαν βοηθητικά για να κατεβάζουμε από τα χαμένα τις βούτες.

''Ασκινεύω-Ασκίνικο'' Ερωτεύομαι, το ερωτιάρικο περιστέρι που όλη την ώρα κυνηγάει τις θηλυκές για να ζευγαρώσει.

''Γεντέκια'' Περιστέρια που τα έχουμε σαν τροφούς. Οταν την αναπαραγωγική περίοδο θέλουμε να βγάλουμε περισσότερα πιτσούνια. Τα προσόντα που πρέπει να έχουν:να γεννούν σε τακτικά διαστήματα, να κλωσσούν καλά και να ταίζουν καλά. (Δεν μας ενδιαφέρει η ράτσα.)

''Γιαβάσικα'' Περιστέρια με αργό πέταγμα.

''Καρακασίδια'' Λέμε τα παπαγαλάκια με μεγάλη μύτη(μπασταρδοπαπαγαλάκια) που είναι κατάλληλα για το γιακαντί, επειδή αντέχουν πιο καλά την ''πείνα. Είναι συνήθως μαύρου χρώματος ή μαυρόασπρα. (Μαυροκάπια).

''Καράλα''η''Καρέλα'' Βούτα που το σώμα της είναι μαύρο και τα φτερά είναι άσπρα.
 
''Γιακαντί'' Ομάδα-κοπάδι περιστεριών με το οποίο κάνουμε σινιάλο στις βούτες για να κατέβουν από τα ''χαμένα''.

''Γκεμές'' Κοπάδι από βούτες όταν πετούν.

''Γκιορντάει'' Πετάει γρήγορα με ορμή, επιτίθεται με ορμή,το λέμε για το σαίνι όταν επιτίθεται για να πιάσει μια βούτα.

''Καμένο'' Μικρό περιστέρι που δεν είχε σωστή ανάπτυξη, ατροφικό.

''Καρακανάτι'' Βούτα με λίγα άσπρα φτερά(πένες) στην μία ή και στις δύο φτερούγες.
 
''Ασούρτιστη'' βούτα η οποία δεν έμαθε ποτέ να ανεβαίνει ψηλά και να πέφτει.

''Βγήκανε'' Έσβησαν,Ψήλωσαν πολύ, πετάνε στα χαμένα, δεν μπορούμε να τα δούμε.

''Γερακομύτα'' Βούτα με γαμψή μύτη,όπως του γερακιού.

''Γιορντάνι'' Το άσπρο περιλαίμιο που έχουν μερικές βούτες.

''Γκέγκικο'' Όμορφο,ωραίο, ανοιχτόχρωμο σταχτί. Η λέξη Γκέγκικο προέρχεται από τους Γκέγκηδες, Αλβανικής καταγωγής, που είχαν ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα και γαλανά μάτια.

''Γκιουζλού'' Βούτα με άσπρα σημάδια στο λαιμό και στην πλάτη σταχτιού χρώματος.

''Καλκάνι'' Η στέγη του περιστερώνα, που αποτελείται από δύο κεκλιμένα επίπεδα, σχηματίζει δηλαδή ένα Λ.
 
''Καπλάνι'' Πιτσιλωτή βούτα, συνώνυμο του αλατζά.

''Καραμπάσικο'' Βούτα τσινοσουλούπα με σταχτί κεφάλι.

''Λεύκα'' Μονάδα μέτρησης που μετρούν οι περιστεράδες το ύψος που πάνε οι βούτες και είναι 10 μέτρα.

''Ματσουκώνω'' Εκπαιδεύω, εξασκώ στο μέγιστο βαθμό την βούτα.

''Ματσουκωμένο'' Εκπαιδευμένο, εξασκημένο στο μέγιστο βαθμό περιστέρι.

''Μποτακλίδικο'' Το περιστέρι που στα πόδια του έχει μικρά φτερά, σαν να φοράει μπότες.

''Μύγες''-''Μυγιάσανε'' Το λένε οι περιστεράδες για να προσδιορίσουν το ύψος που πετάνε οι βούτες. Είναι το ύψος που πετάνε οι βούτες λίγο πριν εξαφανιστούν από το οπτικό μας πεδίο.

''Ξεκρέμασμα''Το λένε οι περιστεράδες όταν μια βούτα ή και ολόκληρο το κοπάδι-γκεμές πέφτει ακατάστατα προς τα κάτω χωρίς να γίνει συνιάλο.

''Οντού''-''Ουντού'' Το καφεκόκκινο χρώμα της βούτας.
 
Back
Top