Ιθαγενή Κίσσα - Eurasian jay (Garrulus glandarius)

Η Κίσσα είναι ένα όμορφο πτηνό που ξεχωρίζεις εύκολα από τα μπλε καλυπτήρια φτερά της. Το όνομα "Jay" το πήρε για τη δυνατή φωνή της, τη λατινική ονομασία "Garrulus" (ομιλητικός) από την ιδιότητά της να αντιγράφει και το "Glandarius" (βαλανοφόρος) για τη συμπάθεια της στα βελανίδια.

Κίσσα η βαλανηφάγος​

Κίσσα - Eurasian jay

Η Κίσσα είναι ένα όμορφο πτηνό με μήκος 32-36cm και βάρος 150-190γρ και άνοιγμα φτερών 54-58εκ που την ξεχωρίζεις εύκολα από τα μπλε καλυπτήρια φτερά της.

Το όνομα της "Jay" το πήρε λόγω της δυνατής φωνής της και την λατινική ονομασία "Garrulus", που σημαίνει ομιλητικός, από την ιδιότητα που έχει να αντιγράφει πολλούς και διαφορετικούς ήχους. Όσο για το "Glandarius" που σημαίνει "βαλανοφόρος", αναφέρεται στην ιδιαίτερη συμπάθεια της Κίσσας προς τα βελανίδια.

Το φτέρωμα στους γλουτούς και στο επάνω μέρος της ουράς είναι κατάλευκο σε αντίθεση με τη μαύρη ουρά της. Τα δευτερεύοντα καλυπτήρια φτερά έχουν λιγότερο ερυθροκίτρινο χρώμα που αμέσως οδηγεί σε ανοιχτό μπλε με μαύρες ραβδώσεις και στο πίσω μέρος καταλήγει σε μαύρο μέχρι το πίσω μέρος της φτερούγας. Το πίσω μέρος της φτερούγας καταλήγει σε μαύρο χρώμα. Τα υπόλοιπα καλυπτήρια φτερά είναι μαύρα προς γκριζόμαυρα φτερά με λευκές βάσεις ή άκρες, δίνοντας μια σύνθεση σχεδίου του φτερού πολύ εντυπωσιακή εν πτήσει.

Το πάνω μέρος του κεφαλιού της είναι λευκό με μαύρες ραβδώσεις. Το μέτωπο,το μέρος κάτω από το λαιμό και η περιοχή του ματιού, είναι λευκά, σε αντίθεση με το ράμφος και πέριξ αυτού, που είναι μαύρα. Τα πόδια της είναι ροζ-καφέ και τα μάτια της μπλε-λευκό.

Οι νεαρές κίσσες είναι παρόμοιες με τις ενήλικες, απλά με πιο σκούρο πτέρωμα στο σώμα, πιο μπλε μάτια και πιο ανοιχτόχρωμα πόδια. Το φθινόπωρο τα νεαρά ξεκινάνε να δείχνουν ακανόνιστες μαύρες γραμμές στο μπλε σημείο των φτερών.

Υπάρχουν 34 αναγνωρισμένα υποείδη σε διάφορα μέρη της Ευρώπης. Διαφέρουν ως προς την ένταση του χρώματος στο φτέρωμα, στο κεφάλι, στο φτερό και στο μέγεθος.

Διάκριση φύλου​

Τα δύο φύλα έχουν παρόμοιο χρώμα και μέγεθος, με τα θηλυκά να μπορούν να γίνουν μεγαλύτερα.

Φωνή​

Η φωνή της Κίσσας είναι δυνατή, βραχνή, αρκετά διαπεραστική και λειτουργεί κυρίως ως προειδοποίηση. Βέβαια επειδή αυτό γίνεται συνήθως εν κινήσει, προδίδει αρκετές φορές την παρουσία της. Το συνηθισμένο κάλεσμα της ακούγεται ως "σκαααρκ σκρααακ".

Παρόλα αυτά, οι Κίσσες (μαζί με τα κοράκια και τις καρακάξες) μπορούν να μιμηθούν πολλούς διαφορετικούς ήχους, ακόμα και την ανθρώπινη φωνή. Πολλές φορές μάλιστα, παράγουν μελωδίες που αποτελούνται από όλα τα είδη των ήχων που έχει ακούσει.

Η φωνητική μίμηση συχνά συνδέεται με την υποκειμενική διάθεση του πτηνού. Οι κίσσες προσπαθούν να παραπλανήσουν τον άνθρωπο που πλησιάζει στη φωλιά τους, μιμούμενες φωνητικά σήματα συναγερμού άλλων ειδών ή ακόμα και τους ήχους θηρευτών. Επιπρόσθετα, αρθρώνουν το κάλεσμα άλλων ειδών κατά την εμφάνισή τους. [11]

Τα νεαρά πουλιά αφιερώνουν πολύ χρόνο εξάσκησης μιμητισμού μέχρι να μπορούν να
αναπαράγουν τέλεια τον αρχικό ήχο.

Βιότοπος​

Η Κίσσα ζει και αναπαράγεται ως επί το πλείστον στις δασώδεις περιοχές της δρυός, σε όλο το φάσμα της Δ. Παλαιαρκτικής. Γενικά αποφεύγει τα πυκνά δάση και τις ανοικτές πεδιάδες. Τη συναντούμε ωστόσο σε πάρκα και κήπους περιοχών που έχουν αρκετή βλάστηση.

Υψομετρικά στην Ευρώπη απαντάται μέχρι και στα 2.000 μ. ενώ στα Ιμαλάια υπάρχουν αποικίες και στα 3.300μ. [10]

Γεωγραφική κατανομή​

Η Κίσσα - Garrulus glandarius απαντάται στις περιοχές βόρεια και δυτική Αφρική, Ευρώπη, βόρεια και ανατολική Ρωσία, μέσω Σιβηρίας αποικεί στην Μαντζουρία, ακόμα Κορέα, Ιαπωνία και δυτική Ασία, Βιρμανία, Ταϊλάνδη, Κίνα.

Στην Ελλάδα είναι κοινό επιδημητικό (καθιστικό) είδος σε όλη την ηπειρωτική χώρα και τα νησιά Ιονίου και Αιγαίου.

Την Ελλάδα αποικούν τα εξής 5 υποείδη:
  1. Garrulus glandarius albipectus ηπειρωτική Ελλάδα
  2. Garrulus glandarius graecus ηπειρωτική Ελλάδα
  3. Garrulus glandarius anatoliae Αν. Αιγαίο- Δωδεκάνησα
  4. Garrulus glandarius cretorum Κρήτη
  5. Garrulus glandarius samios Σάμος

Συμπεριφορά​

Η κυριαρχία στην κοινωνία της Κίσσας δεν ακολουθεί πάντοτε τον κανόνα του ισχυρότερου με επακόλουθο η ιεραρχία να μην είναι μόνιμα σταθερή.

Σε γενικές γραμμές τα αρσενικά άτομα κυριαρχούν επί των θηλυκών, αλλά σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως κατά την πτερόρροια των αρσενικών ή αν το θηλυκό είναι επίμονο, τότε είναι αυτό το οποίο επικρατεί στο ζευγάρι.

Οι αγώνες για την κυριαρχία μπορεί σε μερικές περιπτώσεις να οδηγήσουν σε συμπλοκές, με τα πουλιά να τραβούν το ένα τα φτερά του άλλου, αλλά επίσης μπορούν να διευθετηθούν και χωρίς καυγάδες. Στις τελευταίες μάλιστα περιπτώσεις, ή έκβαση του αγώνα κυριαρχίας φαίνεται να βασίζεται σε ψυχολογικούς παράγοντες οι οποίοι δεν είναι πλήρως κατανοητοί. [7]

Καταλήγοντας, θα λέγαμε ότι οι κίσσες δεν είναι ιδιαίτερα εριστικές μεταξύ τους.

[11]- Η κίσσα ανασηκώνει το πτέρωμά της στο κρύο ή σε επικείμενες συγκρούσεις, ενώ το πτέρωμα παραμένει κάτω όταν ο καιρός είναι ζεστός ή το πουλί επιλέγει την οδό διαφυγής.

Η συμπεριφορά του είδους κατά τον ύπνο διαφέρει ανάλογα με την ηλικία (ωριμότητα).

Τα έφηβα άτομα συχνά ξεκουράζονται (χαλαρώνουν) ή / και κοιμούνται σε άμεση επαφή μεταξύ τους, ενώ τα ενήλικα πτηνά καθώς πλησιάζουν σε κοντινή απόσταση εκφράζουν είτε κατευναστική / καθησυχαστική ή αντίθετα επιθετική διάθεση.

Σε προσέγγιση θηρευτή, οι κίσσες εκτελούν κινήσεις πρόθεσης κατά το πρότυπο μάχης - φυγής.

Η απειλητική τους συμπεριφορά είναι διττή και κλιμακούμενη. Όσο πιο πολύ ανασηκώνεται το πτέρωμα, τόσο πιο έντονη είναι η διάθεση μάχης - φυγής που εκφράζεται. Η αντίδραση αυτή κυρίως σχετίζεται με την προστασία της φωλιάς ή των μικρών.

Ακόμη, με τις εκδηλώσεις αυτές μπορεί να υποδεικνύουν κυριαρχία (αυταρχικότητα) και αναλόγως προς τα προηγούμενα μπορούν να εκληφθούν είτε ως απειλητικές ή στα πλαίσια της σεξουαλικότητας. Θεωρείται πάντως ότι η συμπεριφορά αυτή κυρίως προέρχεται από κινήσεις σεξουαλικής προσέγγισης.

Εκδηλώσεις υποταγής μπορεί επίσης να δηλώνουν είτε σεξουαλική προσέγγιση είτε να λειτουργούν απλώς κατευναστικά. Πιθανά μάλιστα να προήλθαν (εξελικτικά) από καταστάσεις όπου οι δυνατότητες διαφυγής εκμηδενίζονται.

Η επαιτεία τροφής (ζητιάνεμα) είναι πολύ φυσική σε εφήβους καθώς και σε θηλυκά σε φάση αναπαραγωγής. Προφανώς συσχετιζόμενη με τη διάθεση εξάρτησης, μπορεί να εκφραστεί και από ενήλικα αρσενικά ή από μη - αναπαραγωγικά θηλυκά. Δεν μπορεί λοιπόν να εκληφθεί ως πρωταρχικά σεξουαλική εκδήλωση (έκφρασης) και μάλιστα ενδέχεται να αναστέλλει την ερωτική συμπεριφορά του συντρόφου. -[11]

Λαγούμια​

Όπως και πολλά κορακοειδή, οι Κίσσες, αποθηκεύουν την τροφή τους θάβοντάς την σε σημεία του εδάφους, με σκοπό την κατανάλωσή της σε μεταγενέστερο χρόνο. Στα λαγούμια αυτά συγκεντρώνονται κυρίως ξηροί καρποί, ενώ παρατηρείται κορύφωση και ως προς την συχνότητα και ως προς την ποσότητα αποθήκευσης, την εποχή του Φθινοπώρου. [2]

Η παραπάνω πρακτική όμως, έχει περισσότερες προϋποθέσεις και προεκτάσεις από όσες θα περίμενε κανείς.

Κατ' αρχάς σαν πρώτο ζητούμενο μπορεί να παρουσιαστεί η μνήμη. Οι Κίσσες έχουν εμφανίσει μια εξειδικευμένη "χωρική" μνήμη που τους επιτρέπει να βρίσκουν ξανά τα λαγούμια που έσκαψαν, ενδεχομένως κάνοντας χρήση σημαδιών μέσα στο δάσος.

Η διαδικασία αυτή είναι ακόμα πιο περίπλοκη αφού θυμούνται παράλληλα και το βάθος αλλά και το είδος της τροφής που αποθήκευσαν. Η μνήμη υπεισέρχεται με τον ίδιο τρόπο όταν η Κίσσα ψάχνει ή βλέπει τα λαγούμια άλλων πουλιών, όντας περιστασιακά και κλέφτης. [1][4]

Στον κόσμο λοιπόν αυτoύ του πτηνού, των εναλλασσόμενων ρόλων, δεν μπορούν να λείπουν οι δεξιότητες που θα την καθιστούσαν καχύποπτη. Παραμένει ακόμα εικασία προς απόδειξη το αν χρησιμοποιεί την εμπειρία της από την αποθήκευση τροφής για την ευκολότερη ανεύρεση της κρυψώνας άλλων πτηνών.

Είναι ωστόσο χαρακτηριστικά τα ευρήματα των ερευνητών που υποδηλώνουν ότι η Κίσσα αυξομειώνει τον ήχο που παράγει ή ακόμη και τον θόρυβο της κίνησης, ανάλογα με το αν αποθηκεύει ή καιροφυλαχτεί την αποθήκευση των άλλων πουλιών.

Ανάλογη είναι και η συμπεριφορά που επιδεικνύει για την επιλογή του σημείου εναπόθεσης, σκάβοντας σε μη ορατά μέρη όταν έχει αντιληφθεί ότι παρακολουθείται. [1][3][5]

Τα πλαίσια που θα λάβουν χώρα όμως όλες οι παραπάνω δεξιότητες, θα καθοριστούν σε ένα μεγάλο βαθμό και από τον "κοινωνικό" περίγυρο του κάθε πτηνού. Η εδαφική κυριότητα και η ιεραρχία θα επιτρέψουν σε ένα κυρίαρχο πτηνό να είναι άμεσο και διεκδικητικό, με την αντίθετη περίπτωση να κυριαρχείται από πονηριά και επιφύλαξη. [6]

Μια σημαντικότατη απόρροια της παραπάνω συμπεριφοράς, είναι ότι η Κίσσα μέσω των ξεχασμένων σπόρων που αποθήκευσε, καθίσταται ως ένας από τους μεγαλύτερους αναδασωτές της Βελανιδιάς στην Ευρώπη. Η ποιότητα των σπόρων, η διασπορά και το μέρος ταφής αποτελούν ένα τέλειο σύνολο, προσφέροντας στην βιοποικιλότητα και προσκομίζοντας έμμεσα οικονομικά οφέλη για τον άνθρωπο. [16][17][18]

Διατροφή​

Η Κίσσα είναι παμφάγο πτηνό με μία ποικίλη αλλά επιλεκτική διατροφή. Εκείνο για το οποίο είναι όμως ιδιαίτερα γνωστή είναι για την μεγάλη αγάπη της για τα βελανίδια, τα οποία αποφλοιώνει με το ράμφος με περίτεχνες περιστροφικές κινήσεις, ενώ αν χρειαστεί μπορεί να χρησιμοποιήσει ως βοήθεια και τα πόδια της.

Ως πρώτη επιλογή έχει τους καρπούς της Δρυός Αριά (Quercus ilex) και της Φελλοφόρου (Quercus suber), απ' όπου εξάγεται ο φελλός) αλλά αποφεύγει το Πουρνάρι (την σκληρόφυλλη Quercus coccifera), γεγονός που αποδίδεται στο μεγαλύτερο ποσοστό λίπους των δύο πρώτων και στη μεγάλη ποσότητα σε τανίνες της τελευταίας.

Το καταπληκτικό είναι, πως από το φθινόπωρο αποταμιεύει βελανίδια σε διάφορες κρυψώνες ως συνήθως ένα-ένα (και πάντως όχι περισσότερα από 2-3), φθάνοντας σε αριθμό μέχρι και 11.000, για να τα χρησιμοποιήσει την περίοδο της αναπαραγωγής περί τον Μάιο και μέχρι τον απογαλακτισμό των νεοσσών στις αρχές Ιουλίου και ωστόσο θυμάται ακριβώς που να τους βρει.

Έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να ανακαλέσει στη μνήμη της τις τοποθεσίες ακόμα και 10 μήνες μετά την αποθήκευση. [7]

Είναι τόσο ισχυρά καταγεγραμμένη στην φύση της αυτή η αποταμιευτική διαδικασία, που σε πτηνά που ζουν στην αιχμαλωσία των ζωολογικών κήπων, έχει παρατηρηθεί να συλλέγουν και να κρύβουν πετραδάκια παρόμοιου σχήματος με βελανίδια. [8]

Εκτός από βελανίδια διατρέφεται με καρύδια, κάστανα και άλλους ξηρούς καρπούς, δημητριακά και φρούτα αλλά και έντομα, νυχτερίδες, σκουλήκια, μικρά φίδια και γυμνοσάλιαγκες, μικρά τρωκτικά, ακόμα και ψοφίμια. Ελέγχει κάθε σπιθαμή δέντρου και εδάφους, προτιμώντας ό,τι βρίσκεται σκεπασμένο από φύλλα και κλαδιά και όχι στον ανοικτό αέρα Έχει τη γνώση να αποφεύγει τα ιδιαίτερα πολύχρωμα έντομα και αμφίβια από τον φόβο των δηλητηριάσεων, τα τριχωτά έντομα και τα κολλώδη υλικά. [10]

Τα αυγά δεν θεωρούνται μια φυσική επιλογή τους αλλά αν δοκιμάσουν, μετά τα κυνηγούν μετά μανίας, ενώ θηρεύουν συχνά και μικρά πουλάκια.

Κατά την περίοδο της αναπαραγωγής και της ωοτοκίας, η διατροφή της εστιάζεται κυρίως στα έντομα. [9]

Αναπαραγωγή​

Η Κίσσα είναι αναπαραγωγικά ώριμη από την ηλικία των 2-3 ετών (σε πηγές αναφέρεται και μετά το 1ο έτος). [9][12]

Είναι μονογαμικά ζεύγη με ισχυρούς δεσμούς, ωστόσο μοιράζονται κοινή διαμονή μόνο κατά την διάρκεια της αναπαραγωγής ενώ το υπόλοιπο έτος ζουν εντός του ίδιου ενδιαιτήματος αλλά σε απόσταση μεταξύ τους. [13]

Αναπαράγονται μία φορά τον χρόνο, αν όμως η αναπαραγωγή αποβεί από οποιανδήποτε αιτία άκαρπη (κλοπή αυγών-νεοσσών, άγονα αυγά κτλ.), συχνά επιχειρείται επαναληπτική προσπάθεια κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου.

Η περίοδος αναπαραγωγής εξαρτάται από το κλίμα της χώρας διαβίωσης, που για την Ελλάδα είναι κατά τον μήνα Απρίλιο. Τέλη Μαρτίου με αρχές Απριλίου, στήνεται το "κάλεσμα σε πτήση", ένα τελετουργικό ζευγαρώματος για τις αζευγάρωτες Κίσσες.

Στον χορό ως επί το πλείστον συμμετέχουν περισσότερα αρσενικά από θηλυκά πτηνά και οργανώνεται αυθόρμητα. Μπορεί όμως να προκληθεί και από ήδη ζευγαρωμένα πουλιά, που με τις πτήσεις και τα μεταξύ τους ταΐσματα, προσπαθούν να προσελκύσουν σε συμμετοχή τους ελεύθερους, οι οποίοι συνήθως ενθουσιάζονται.

Το αρσενικό πετάει περίτεχνα και προσφέρει τρόφιμα στο θηλυκό, προσέχοντας πως να το προσεγγίσει για να μην αντιμετωπίσει δισταγμό και νευρικότητα, δεδομένου ότι η Κίσσα είναι ένα πτηνό που δεν αγαπά τις επαφές. Αν το θηλυκό αποδεχθεί και μάλιστα ανταποδώσει με τροφή, έχει δημιουργηθεί το νέο ζεύγος.

Τέτοιου ίδιου τύπου συνάθροιση είναι δυνατό να συμβεί και αργότερα στο ίδιο έτος, ανάμεσα σε πτηνά που για κάποιον λόγο έχασαν το ταίρι τους. [7]

Το θηλυκό γεννά νωρίς το πρωί κάθε μέρα, συνολικά 5-7 αυγά. Το χρώμα τους είναι γκριζοπράσινο με καφέ κηλίδες, το μέγεθός τους 31 Χ 23 mm. και το βάρος τους 8,5 γρ. [14]

Κλωσσά αποκλειστικά το θηλυκό (με μικρά διαλείμματα κάθε 3 ώρες), αφού έχει γεννήσει και το δεύτερο ή τρίτο αυγό, ενώ σπάνια έχει αναφερθεί ολιγόλεπτη βοήθεια από κάποια αρσενικά, τα οποία ως βασικό καθήκον έχουν την τροφοδοσία, αποτελούμενη κυρίως από έντομα. Στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι η διαδικασία αυτή, προσαρμόζεται στις διατροφικές επιθυμίες του θηλυκού, τις οποίες και το αρσενικό, αντιλαμβάνεται πώς να τις ικανοποιήσει, ανεξάρτητα των δικών του προτιμήσεων.

Η διάρκεια της επώασης είναι 16-19 μέρες.

Μετά την εκκόλαψη την διατροφή και φροντίδα των νεοσσών αναλαμβάνουν οι δύο γονείς από κοινού, ενώ ο αρσενικός συνεχίζει να είναι ο κύριος τροφοδότης της οικογένειας. Επιδεικνύει μάλιστα ιδιαίτερη προσοχή κατά την προσέγγιση της φωλιάς.

Συνήθως και οι 2 γονείς τροφοδοτούν τους νεοσσούς με τροφή. Όταν αυτό γίνεται ταυτόχρονα, ο κάθε γονέας προσπαθεί να αρπάξει την ορατή σε αυτόν τροφή από το στόμα του νεοσσού, ακριβώς την στιγμή που ο άλλος αποσύρει το ράμφος του από το τάισμα.

Κατά την εκκόλαψη των νεοσσών το κέλυφος των αυγών καταναλώνεται από τους γονείς. Οι θηλυκές επίσης, κάποιες φορές τρώνε τα ίδια τους τα αυγά ή ακόμη και τους νεοσσούς, πιθανά λόγω υπερτροφίας ή για λόγους υπερβολικής (διαστροφικής) συμπεριφοράς ως προς την καθαριότητα της φωλιάς.

Τα μη γονιμοποιημένα αυγά παραμένουν μέσα στη φωλιά για ένα διάστημα μετά την εκκόλαψη των νεοσσών. Δεν φαίνεται να υπάρχει ένστικτο ανάκτησης των θρεπτικών συστατικών των αυγών - με άλλα λόγια δεν καταναλώνονται από το θηλυκό.

Παρατηρήθηκε επίσης ότι κάποιες κίσσες απέρριψαν λευκά ή φωτεινά μπλε ομοιώματα αυγών από τη φωλιά τους, ενώ άλλες τα δέχθηκαν. Σε μια περίπτωση μάλιστα θηλυκό πουλί που δεν είχε ξαναδεί μικρή σε ηλικία κίσσα, δέχθηκε να μεγαλώσει ένα μωρό ενδιάμεσης ηλικίας το οποίο τοποθετήθηκε στη φωλιά της, ενώ ο σύντροφός της παρουσίασε φόβο στην αρχή, αν και λίγο αργότερα υιοθέτησε και ο ίδιος το μικρό. -[11]

Οι νεοσσοί ανοίγουν τα μάτια τους όταν είναι περίπου 7-8 ημερών και ξεκινούν τις πρώτες δοκιμαστικές πτήσεις τους στις 17 ημέρες. Εγκαταλείπουν την φωλιά γύρω στις 23 ημέρες, όμως συνεχίζουν να παρενοχλούν τους γονείς για τροφή και να παραμένουν κοντά τους για περίπου ένα έτος και πάντως σίγουρα μέχρι το φθινόπωρο.

Τα νεαρά πτηνά συνηθίζουν να κουρνιάζουν σε επαφή το ένα με το άλλο, σε αντίθεση με τα ενήλικα που διατηρούν τουλάχιστον ένα μέτρο απόσταση μεταξύ τους.

Φωλιά​

Είναι μοναχικά ζευγάρια και διατηρούν μίαν απόσταση τουλάχιστον 100μ. από άλλες φωλιές. Η επιλογή του σημείου της φωλιάς είναι συνηθέστερα καθήκον του αρσενικού, ενώ στην κατασκευή της συμμετέχουν και τα δύο φύλα. [11]

Φωλιά Κίσσας
Φωτο φωλιάς Κίσσας

Οι φωλιές μπορεί να είναι σε δέντρα ή ψηλούς θάμνους, σε ύψος τουλάχιστον 3-4 μέτρων από το έδαφος, καλά κρυμμένες ανάμεσα σε φυλλωσιές. Το σχήμα τους είναι κυπελλοειδές, με εξωτερική επένδυση από κλαδιά και εντός από μαλακά υλικά, ξερά φύλλα, ρίζες, τρίχες ζώων π.χ. αλόγων. Οι διαστάσεις τους ποικίλουν από 16-40 εκ. Περίπου.

Σε περίπτωση που η δομική υποστήριξη της φωλιάς υποστεί ζημιά, το θηλυκό πουλί την εγκαταλείπει. Ακόμη σε παρουσία ανθρώπου πλησίον της φωλιάς, τα θηλυκά στη φύση "μαζεύονται" μέσα στη φωλιά σε αντίθεση με τα πουλιά σε συνθήκες αιχμαλωσίας, τα οποία σε ανάλογες περιπτώσεις επιδεικνύουν αμυντική συμπεριφορά. -[11]

Φροντίδα​

Η εξημέρωση καθώς και οι αντιδράσεις στο χειρισμό συζητούνται. Οι κίσσες που έχουν εκτραφεί από έναν ή δύο ανθρώπους συχνά δείχνουν μεγάλο φόβο σε παρουσία αγνώστων κατά την ενηλικίωσή τους (επομένως πιθανώς αναγνωρίζουν πρόσωπα), ενώ αυτές που σε μικρή ηλικία εξοικειώνονται με πολλούς διαφορετικούς δεν εμφανίζουν αυτήν τη συμπεριφορά. [11]

Κατηγορία κινδύνου​

Ελάχιστης ανησυχίας (LC) [15]

Σε αρκετές χώρες έχουν μειωθεί οι πληθυσμοί της αλλά σε κάποιες άλλες δείχνουν σημαντική αύξηση, όπως σε Ρωσία, Γαλλία και Τουρκία.

Το προσδόκιμο ζωής της Κίσσας είναι 17-20 χρόνια.

Ονοματολογία και συστηματική ταξινόμηση​

Διωνυμική ονομασία: Garrulus glandarius
Ελληνική: Κίσσα - Γάρουλος ο βαλανηφάγος [10]
Αγγλική: Eurasian Jay
Τάξη: Στρουθιόμορφα (Passeriformes)
Οικογένεια: Κορακίδες (Corvidae)
Γένος: Γάρουλος (Garrulus)
Είδος: G. glandarius

Media gallery Κορακίδων​

 
Back
Top