Ιθαγενή Μαυρόγυπας (Aegypius monachus)

Ο Μαυρόγυπας - Aegypius Monachus είναι το γνήσιο πτωματοφάγο πτηνό των παραμεσογειακών χωρών. Έχει πολλούς συγγενείς μερικοί από τους οποίους είναι ο αιγυπτιακός γύπας και ο γυπαετός ο γενειοφόρος.

Περιγραφή του Μαυρόγυπα​

Μαυρόγυπας

Γενικά, βρίσκουμε τους Μαυρόγυπες στις απότομες και βραχώδεις πλαγιές των βουνών, μολονότι συχνά πετούν και πάνω από πεδιάδες για αναζήτηση πεθαμένων θηλαστικών που αποτελούν την κύρια τροφή τους.

Ο Μαυρόγυπας ανήκει στην τάξη των αετόμορφων, στην οικογένεια των αετίδων. Έχει συνολικό μήκος 1,02 με 1,10 μ, οι φτερούγες του έχουν μήκος 0,74 με 0,85 εκ, ενώ το βάρος του είναι 5,5 – 12,5 κιλά. Τρέφεται μονάχα με νέκρα ζώα.

Προτού ο άνθρωπος αρχίσει και καταστρέφει τα τελευταία φυσικά καταφύγια του, το θαυμάσιο αυτό αρπακτικό πτηνό σύχναζε σε αρκετά μεγάλους αριθμούς, σε όλα τα δάση της Ιβηρικής χερσονήσου. Τώρα πλέον που είναι είδος προς εξαφάνιση από την επέκταση του σύγχρονου πολιτισμού, οι τελευταίοι γύπες του είδους ζουν σε λίγες μεμονωμένες περιοχές της Νοτιοδυτικής Ισπανίας.

Εκεί οι φωλιές τους απέχουν αρκετά η μια από την άλλη ενώ στη Μαγιόρκα, καθώς και στη Κεντρική Ασία όπου σπανίζουν τα δάση βρίσκονται κοντά κοντά ανάμεσα στους βραχώδεις γκρεμούς.

Διατροφή​

Σαν νεκροφάγο αρπαχτικό ο Μαυρόγυπας καθαρίζει τον τόπο από τα πτώματα και προσφέρει εξυγιαντική υπηρεσία. Δεν αρκείται σε αυτά όμως και συμπληρώνει την τροφή του με χελώνες, σαύρες και μικρά θηλαστικά.

Τα τελευταία χρόνια όμως, μετά την επιδημία της μυξωματώσεως, έχουν προστεθεί και τα κουνέλια στο διατροφικό μενού του Μαυρόγυπα, αφού μπορεί και τα πιάνει πολύ εύκολα και τα σκοτώνει με ένα δυνατό χτύπημα στο κεφάλι με το ράμφος του.

Καταπληκτική είναι η ταχύτητα με τη οποία ο Μαυρόγυπας καθαρίζει τα νέκρα ζώα που βρίσκει, ακόμη και τα μεγάλα οπληφόρα. Το δέρμα οι τένοντες, οι χόνδροι, και τα πιο μικρά κοκάλα καταπίνονται ολόκληρα και χωνεύονται πολύ εύκολα λόγο του πολύ όξινου γαστρικού υγρού που έχει ο γύπας στο στομάχι του. Αυτά όμως που δεν χωνεύονται είναι οι τρίχες οι οποίες αποβάλλονται από το σώμα του γύπα κάνοντας εμετό.

Η προτίμηση του μαύρου γύπα και στα σκληρά μέρη των πτωμάτων, του δίνει το πλεονέκτημα να μην ανταγωνίζεται τα συγγενικά του πτηνά που ζουν στις ίδιες περιοχές με αυτόν, στη συγκεκριμένη περίπτωση στην Ισπανία και στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Ο πυρόχρωμος γύπας τρώει μόνο μαλακά μέρη των πτωμάτων, ο γενειοφόρος γυπαετός ότι μη φαγώσιμο που αφήνουν τα αλλά ζώα, ενώ ο αιγυπτιακός σαν πιο μικρός που είναι αλλά και πιο νωθρός, αποφεύγει τα μεγάλα πτώματα και περιορίζεται στα μικρότερα.

Αναπαραγωγή​

Οι Μαυρόγυπες χτίζουν τις φωλιές τους στις άκρες των απότομων βράχων κάποιου φαραγγιού ή και σε άκρες των δασών ψηλά στις κορυφές των μεγάλων δέντρων. Η φωλιά τους έχει διάμετρο γύρο στα 1,80 μ. αποτελείται από χοντρά κλαδιά και από τούφες χόρτων.

Το Φλεβάρη ως τις αρχές του Μάρτη το θηλυκό γεννά ένα αυγό με μικρά κοκκινοφαιά στίγματα. Η επώαση διαρκεί 52 - 54 μέρες. Ο νεοσσός δεν προφταίνει να βγει καλά καλά και αρχίζει να κλαίει και να ζητά για τροφή και νερό.

Όταν ο καιρός είναι πολύ ζεστός και ο ήλιος χτυπά τη φωλιά, ο πατέρας και η μητέρα απλώνουν τα φτερά τους και κάνουν σκιά στο μικρό το οποίο δεν το αφήνουν ούτε στιγμή μέχρι να μεγαλώσει. Οι γονείς πηγαίνουν εναλλάξ για τροφή. Επίσης, έχει παρατηρηθεί ότι η αλλαγή φρουράς συνοδεύεται με καθιερωμένες και πάντοτε τις ίδιες κινήσεις.

Το πτηνό που είναι στη φωλιά, μόλις βλέπει ότι έρχεται ο σύντροφος του υψώνει την ουρά ανοιγοκλείνει τις φτερούγες του τεντώνει το λαιμό του και σηκώνει τα φτερά των ώμων. Τα ίδια κάνει μετά και το πτηνό που έρχεται κατόπιν και τα δυο αληλοτσιμπιούνται και κουνούν τους λαιμούς τους μια από την μια πλευρά και μια από την άλλη. Τελικά, το δεύτερο παίρνει την θέση του στην φωλιά και φεύγει το πρώτο για αναζήτηση τροφής.

Ο ενήλικας μαύρος γύπας για να ξεδιψάσει το μικρό του γεμίζει το λαρύγγι και το ράμφος του με νερό και σιγά σιγά στάζει νερό στο στόμα του διψασμένου νεοσσού.

Ονοματολογία και συστηματική ταξινόμηση​


Διωνυμική ονομασία: Aegypius monachus
Ελληνική ονομασία: Μαυρόγυπας, Αιγυπιός ο μοναχός
Αγγλική ονομασία: Cinereous vulture
Τάξη: Αετόμορφα (Accipitriformes)
Οικογένεια: Αετίδες (Accipitridae)
Γένος: Αιγυπιός (Aegypius)
Είδος: A. monachus

Media gallery Παπαγάλων Μακάο​


Σχετικό περιεχόμενο​

Ασπροπάρης (Neophron perchopterus)
 
Ξέρει κανείς, ειδικά όσοι είναι από Γιάννενα μεριά, αν ο μαυρόγυπας είναι το κουκάλογο που λένε στο χωριό μου; Το έχω δει μόνο από πολύ μεγάλη απόσταση και δεν έχω μπορέσει ακόμα να το αναγνωρίσω.

Έχω την εντύπωση πως κουκάλογο λένε αυτό ή το όρνιο. Αλλά ακόμα έχω μείνει με την απορία αν πρόκειται για κάποιο άλλο αρπακτικό.

Πολύ καλό το άρθρο!
 
Το κουκάλογο είναι το όρνιο και όχι ο γύπας, που πλέον έχουν απομείνει κάτι λιγότερο από 400 ζευγάρια σε όλη την επικράτεια. Είχαμε ένα ζευγάρι στο χωρίο μου και καθόταν πάντα στο υψηλότερο σημείο του χωριού (δεξαμενές νερού) και όποιος τα έβλεπε νόμιζε ότι ήταν άνθρωποι. Πλέον έχουν εξαφανιστεί...
 
Γρηγόρη σ' ευχαριστώ. Μου λύσσες μια απορία που δεν φαντάζεσαι πόσα χρόνια την είχα. Ξέρεις πως είναι οι συμπαθέστατοι υπερήλικες στα χωριά μας... Ξέρουν φοβερες ιστορίες αλλά από ονομασίες λίγα πράγματα (αλλά καλά).

Μιας και το συγγενικό του μαυρόγυπα, όρνιο, λέγεται και κουκάλογο επειδή υποτίθεται πως ο κούκος το χρησιμοποιεί ως μεταφορικό μέσο όπως τα χελιδόνια τους πελαργούς κατά την μετανάστευση.

Στο χωριό μου βλέπω ακόμα αλλά πιο σπάνια. Μέχρι και πριν από 10 χρόνια έβλεπα συνέχεια όποτε πήγαινα μέχρι και 4 στον ουρανό να κάνουν κύκλους αλλά μόνο μια φορά στο έδαφος στην μέση του γηπέδου ποδοσφαίρου.

Έχω ακούσει ιστορίες ότι μέχρι και πριν 30 με 40 χρόνια κατέβαιναν ακόμα και στην μέση του χωριου με τον κόσμο όταν σφάζανε οι κτηνοτρόφοι.

Όπως και ο μαυρόγυπας, είναι καταπληκτικά πουλιά που όμως είναι συνυφασμένα με την κτηνοτροφία. Εκτός από την τροφή που τους παρείχε η εκτεταμένη κτηνοτροφία της υπαίθρου παλαιότερα, τους παρείχε και ένα κατάλληλο φυσικό περιβάλλον.

Οι γύπες, τα όρνια, τα πτωματοφάγα αλλά και πολλά αρπακτικά, βρίσκουν την τροφή τους ευκολότερα σε καλλιεργημένες εκτάσεις, σε μεγάλα ξέφωτα οροθετημένα από δεντροστοιχίες και γενικότερα σε τοπία που υπάρχει αλλά και μπορούν εύκολα να την εντοπίσουν από ψηλά.

Τα τελευταία χρόνια τα μέρη, που γνωρίζω εγώ τουλάχιστον, για βιότοπους αυτών των πτηνών, έχουν αλλάξει ριζικά. Λόγω του ότι πολλά μέρη έπαψαν να αποτελούν βοσκοτόπια αιγοπροβάτων-αγελάδων και σε συνδυασμό με την μεγάλη μείωση των κοπαδιών ελευθέρας βοσκής, τεράστιες εκτάσεις έχουν γίνει πλέον απροσπέλαστες τόσο από αέρος, όσο και από στεριά!

Λόφοι στους οποίους τρέφονταν οι γύπες, έχουν γίνει ζούγκλα, δυσκολεύοντας δραματικά τις ζωές αυτών των θαυμάσιων πουλιών.
 
Back
Top