Φροντίδα Εκπαίδευση καρδερίνας για φωνή

nicperi

PB New Member
Εγγραφή
26 Φεβ 2014
Μηνύματα
87
Πόλη
Λευκωσία
Καλημέρα

Θα θελα να ρωτήσω ποτέ είναι ο κατάλληλος καιρός για να ξεκινήσω την εκπαίδευση των καρδερίνων για της φωνές τους και σε ποιά ηλικία μέσω της φωνής αρχίζουν να ξεχωρίζουν τα αρσενικά από τα θύλακα;
 
Η ομορφιά του κελαηδήματος, έχει απασχολήσει (και θα συνεχίσει να απασχολεί), πολλούς εκτροφείς ωδικών πτηνών ανά τον κόσμο.

Με εξαίρεση ορισμένες ράτσες καναρινιών, στις οποίες έχουν θεσπιστεί και καλλιεργηθεί συστηματικά συγκεκριμένα πρότυπα τραγουδιού, στα υπόλοιπα ωδικά πτηνά δεν έχουν θεσπιστεί ανάλογα πρότυπα. To αποτέλεσμα είναι να επικρατεί μεγάλη διαφοροποίηση απόψεων.

Στις παρακάτω απαντήσεις επιχειρείται μια όσο γίνεται πιο τεκμηριωμένη προσέγγιση πάνω στο πολύπλευρο αυτό θέμα, το οποίο καθίσταται μοναδικό για τα ελληνικά και διεθνή δεδομένα τόσο από πρακτική (για τους εκτροφείς), όσο και από ορνιθολογική σκοπιά.

Επίσης επιχειρείται μια 1η πανελλαδική προσέγγιση θεσπίσεως πρότυπου τραγουδιού στην καρδερίνα για περαιτέρω αξιολόγηση και έρευνα.

ΕΡΩΤΗΣΗ

Το «γούστο» του κάθε εκτροφέα στο κελάηδημα των ωδικών πτηνών, είναι μια αυθαίρετη έννοια ή οριοθετείται σε σχέση με τον χαρακτήρα του, την μουσική του παιδεία και το μουσικό «αυτί» που διαθέτει;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Το «γούστο» των ανθρώπων στο κελάηδημα των ωδικών πτηνών σχετίζεται κυρίως με τον χαρακτήρα του κάθε ανθρώπου (εσωστρεφή – εξωστρεφή) και το «μουσικό αυτί» που έχει εξασκήσει με τα χρόνια πάνω στις φωνές των ωδικών πτηνών που τον ευχαριστούν. Η τελευταία αυτή παράμετρος, είναι πολύ σημαντική στην αξιολόγηση της ποιότητας των φωνών και προϋποθέτει μεγάλη εμπειρία, εξάσκηση και ικανότητα απομνημόνευσης των φωνών των ωδικών πτηνών.

Από την εμπειρία μου έχω διαπιστώσει ότι οι περισσότεροι εκτροφείς δεν δίνουν μεγάλη σημασία στην ποιότητα των φωνών (γλυκιά, μεταλλική, ένρινη, γρατζουνιστή κλ. Π ), για να μπορέσουν να εκτιμήσουν αντικειμενικά την ποιότητα και το σύνολο του κελαηδήματος

Είναι π.χ γνωστό ότι το αηδόνι μπορεί να αποδώσει ορισμένους από τους καλύτερους ήχους της φύσης, όπως γλυκούς, μεταλλικούς, φλάουτα κλπ, αλλά και τους χειρότερους όπως ρινικούς, οξείς, εισπνοής και γρατζουνιστούς. Το ίδιο επίσης συμβαίνει και με τα περισσότερα ωδικά πτηνά, τα οποία μιμούνται εύκολα τις λιγότερο ποιοτικές φωνές και τα λάθη. Αν λοιπόν μια καρδερίνα μιμείται π.χ. αηδόνι ή τσιχλόνι, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι η καρδερίνα αυτή είναι και καλή, αν πρώτα δεν εκτιμήσουμε την πραγματική ποιότητα των φωνών, τα πιθανά λάθη, την συνολική μελωδία κλπ.

Τι καθορίζει όμως την ποιότητα στις φωνές και πως εμπλέκεται ο χαρακτήρας του εκτροφέα;

Ο κάθε ήχος στην φύση, (που μπορεί να συλλάβει το ανθρώπινο αυτί), έχει μια συγκεκριμένη ακουστική χροιά, που την ποιότητά της (καλή ή κακή) την καθορίζουν κανόνες μουσικής αρμονίας. Η μαθηματική έκφραση των νόμων και των κανόνων που διέπουν τον ήχο και άρα την μουσική ή το ρεπερτόριο των ωδικών πτηνών, προϋποθέτει επίσης μία βασική κατάσταση, την μορφή. Μπορεί δηλαδή μια μουσική δημιουργία ή ένα ρεπερτόριο ωδικού πτηνού να έχει κάποια μορφή από ακουστική άποψη (καλές φωνές, μελωδία κλ. Π), αλλά η επίδραση στην διάθεση του ανθρώπου να μην είναι η καλύτερη δυνατή.

Για παράδειγμα οι εσωστρεφείς χαρακτήρες προτιμούν ωδικά πτηνά με γλυκές νότες στο ρεπερτόριό τους, ενώ οι εξωστρεφείς προτιμούν πιο εύθυμη χροιά ήχων από μεταλλικές νότες.

Η γνώμη μου λοιπόν είναι ότι το «γούστο» των εκτροφέων, έγκειται κυρίως στο είδος των ωδικών πτηνών που εκτρέφουν (περισσότερη ανάλυση επιχειρείται στην επόμενη ερώτηση) ανάλογα με τον χαρακτήρα τους και όχι στην ποιότητα των φωνών.

Η ποιότητα του ήχου, φωνής – νότας (γλυκιά, μεταλλική κλπ), είναι σε ένα μεγάλο βαθμό συγκεκριμένη και αντικειμενική και μπορεί να αξιολογηθεί εφόσον την καθορίζουν κανόνες μουσικής αρμονίας.

Θα μπορούσαμε λοιπόν ανεπιφύλαχτα να πούμε, ότι υπάρχουν δυο κυρίως βασικά ποιοτικά χαρακτηριστικά του ήχου, που παράγεται από το κελάηδημα των ωδικών πτηνών και ευχαριστούν την ανθρώπινη ακοή και ψυχική διάθεση ανάλογα με τον χαρακτήρα. Το ένα είναι η γλυκύτητα και το δεύτερο η μεταλλική χροιά.

Πώς αναγνωρίζεται όμως μια φωνή – νότα σαν γλυκιά ή μεταλλική και ποια είναι η διαφορά στην ποιότητα μεταξύ των φωνών της ίδιας κατηγορίας;

Η απόδοση των φωνών με γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου μας δείχνει ότι οι γλυκές νότες περιέχουν συνήθως το σύμφωνο λάμδα (λ), οι μεταλλικές το νυ (ν) και το ταφ (τ) και όσες συνδυάζουν το λ και τα ν,τ έχουν το χαρακτηριστικό του ήχου που προκύπτει από καμπανάκια και φλάουτα, δηλαδή μεταλλικό και γλυκό μαζί.

Σε ένα ενδεικτικό παράδειγμα σύγκρισης των φωνών που παρουσιάζουν γλυκύτητα, παρατηρούμε τα εξής:

Το αηδόνι αποδίδει την φωνή τζουί – τζουί, αλλά και την παραλλαγή της τζλουί – τζλουί. Παρομοίως το τουρλί την φωνή τζουβί- τζουβί αλλά και την τζλουβί – τζλουβί και η παπαδίτσα την φωνή νίτσου – νίτσου αλλά και την νίτσλου – νίτσλου.

Διαπιστώνουμε ότι όπου παρεμβάλλεται το λάμδα (λ), ο ήχος γίνεται πιο γλυκός ευχαριστώντας περισσότερο την ακοή. Συνεπώς είναι λογικό αυτές οι γλυκές φωνές – νότες, να έχουν μεγαλύτερη «ακουστική αξία», να είναι δηλαδή πιο ποιοτικές. Παρόμοιες διαφορές στην ποιότητα μπορούμε να διαπιστώσουμε και στις μεταλλικές νότες, στα καμπανάκια και τα φλάουτα.

Στα δευτερεύοντα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ήχου θα μπορούσαμε να συμπεριλάβουμε την αργή ροή, την συνολική μελωδία και αρμονία του τραγουδιού κλ. Π. Για παράδειγμα ο τονισμός των φωνηέντων και το τελείωμα του τραγουδιού με γλυκιά φωνή ή φλάουτο σε χαμηλή ένταση (μείωση της κλίμακας), είναι μερικά στοιχεία μελωδίας που ευχαριστούν την ανθρώπινη ακοή και μπορούν να λαμβάνονται υπόψην στο γενικό σύνολο του ρεπερτορίου.

Η παραπάνω αξιολόγηση, στα βασικά και δευτερεύοντα ποιοτικά χαρακτηριστικά της φωνής – νότας, είναι σημαντική για τον προσδιορισμό της αντικειμενικής ποιότητας και της τιμής των ωδικών πτηνών, αλλά και για την χρήση κάποιου σαν «δασκάλου».

Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι ακόμα και στα ρεπερτόρια όλων των γνωστών ωδικών καναρινιών (αναγνωρισμένων και μη), βαθμολογούνται οι μεταλλικές και γλυκές νότες, με ένα συγκεκριμένο βαθμό, χωρίς να υπολογίζεται η ποιότητα του ήχου στις συγκεκριμένες κατηγορίες, ενώ για τα φλάουτα και τις νότες καμπάνας υπάρχουν κάποιες διαβαθμίσεις. Αυτή η παρατήρηση μπορεί να προβληματίσει ορισμένους εκτροφείς ωδικών καναρινιών, αλλά είναι μια πραγματικότητα που έχει εξήγηση όταν αναλύσουμε την προφορά της ελληνικής γλώσσας σε σχέση με τις άλλες γλώσσες.

Μια προσεχτική γλωσσολογική μελέτη αποκαλύπτει ότι η ελληνική προφορά και η γλώσσα, είναι πιο εκλεπτυσμένη για το ανθρώπινο αυτί.

Για παράδειγμα η αγγλική προφορά του g, του d και του b, είναι τζι, ντι και μπε, ενώ η ελληνική προφορά, γ (γάμα), δ (δέλτα) και β (βήτα) αντίστοιχα. Το ελληνικό αλφάβητο, έχοντας μαθηματική δομή (λέγεται ότι οι Η/Υ του μέλλοντος θα δέχονται μόνο την ελληνική γλώσσα), μπορεί να δώσει τον αρμονικότερο και μουσικότερο λόγο! Μήπως λοιπόν δεν είναι τυχαίο που οι καλύτερες ποιοτικά φωνές των ωδικών πτηνών (κατά ομολογία των εκτροφέων), μπορούν στις περισσότερες περιπτώσεις να αποδοθούν και να γραφτούν καθαρά στην ελληνική γλώσσα;

Μήπως οι έλληνες εκτροφείς έχουν ένα σημαντικό πλεονέκτημα στην διαμόρφωση και την αντικειμενική αξιολόγηση ενός ρεπερτορίου για ένα ωδικό καναρίνι ή για μια καρδερίνα φωνής;


ΕΡΩΤΗΣΗ

Αν έχει σχέση με τον χαρακτήρα του (εσωστρεφή ή εξωστρεφή), ποια είναι τα αγαπημένα ακούσματα (ωδικά πτηνά) και των δύο χαρακτήρων και ποια είναι η χρυσή τομή που ικανοποιεί αμφότερους;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Όπως ο συνθέτης μιας συμφωνικής ορχήστρας προσπαθεί να συνδυάσει τα διάφορα μουσικά όργανα για να αποδώσει στο έργο του την ψυχική διάθεση που θέλει (γαλήνη, πάθος, εγρήγορση κλ. Π), έτσι και ο εκτροφέας αναζητεί από τα ωδικά πτηνά να ικανοποιήσουν την δική του ψυχική διάθεση, ανάλογα με τον εσωστρεφή ή εξωστρεφή χαρακτήρα του και τον εσωτερικό ή εξωτερικό χώρο εκτροφής.

Είναι γνωστό για παράδειγμα ότι οι «κλειστοί και εσωστρεφείς» εκτροφείς της βόρειας Ευρώπης, εκτρέφουν σε εσωτερικούς χώρους χαμηλόφωνα ωδικά καναρίνια (Harz, Malinois) που αποδίδουν νότες νερού, γλυκές νότες και φλάουτα, σε αντίθεση με τα υψίφωνα μεταλλικά timbres, τις μεταλλικές νότες και τα καμπανάκια που αναζητά ο μεσογειακού χαρακτήρα, ανοιχτόκαρδος και εξωστρεφής εκτροφέας των Ισπανικών Timbrados.

Είναι επίσης γνωστό ότι σε έναν εσωτερικό χώρο, ένα δυνατό μεταλλικό κελάηδημα γίνετε πολλές φορές κουραστικό για τον ακροατή. Αυτός είναι και ο λόγος που τα υψίφωνα ωδικά πτηνά και καναρίνια, είναι η πλειοψηφία στις μεσογειακές χώρες όπου η εκτροφή τους γίνετε κυρίως σε εξωτερικούς χώρους από «εξωστρεφείς - μεσογειακού χαρακτήρα» εκτροφείς.

Τα αγαπημένα ακούσματα και επομένως και πτηνά για τους εσωστρεφείς εκτροφείς άγριων ωδικών πτηνών, είναι συνήθως αυτά που έχουν περισσότερο γλυκές αργές νότες και φλάουτα όπως ο φλώρος, το φανέτο, το τουρλί, ο κότσυφας, ο κοκκινολαίμης κλπ, ενώ για τους εξωστρεφείς αυτά που έχουν περισσότερο μεταλλικές νότες ή καμπανάκια όπως το αηδόνι, η καρδερίνα η παπαδίτσα κλπ.

Η χρυσή τομή που ικανοποιεί αμφότερους, βρίσκεται στα ωδικά πτηνά που μπορούν να αποδώσουν με το λαρύγγι τους γλυκύτητα αλλά και μέταλλο, όπως η καρδερίνα, το τουρλί, ορισμένα αηδόνια καθώς και το καναρίνι Forest singer (69% Timbrado X 31% Harz).


ΕΡΩΤΗΣΗ

Γιατί η καρδερίνα ακούγεται ευχάριστα από τους περισσότερους ανθρώπους;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Η καρδερίνα ακούγεται ευχάριστα γιατί συνδυάζει την γλυκύτητα (βυρλία, γλυκές νότες κλ. Π), με την μεταλλική χροιά του λαρυγγιού της.

Η εμπειρία μου έχει δείξει ότι η πλειοψηφία των εκτροφέων (ανεξαρτήτως φύλου) που έχω συναντήσει από την παιδική μου ηλικία έως τώρα, είχαν μια ιδιαίτερη προτίμηση στην καρδερίνα τόσο για το κελάδημα της όσο και για την εμφάνισή της. Αυτό νομίζω ότι αποτελεί μια ένδειξη ότι οι έλληνες εκτροφείς είναι στην πλειοψηφία τους εξωστρεφείς χαρακτήρες, αλλά και ότι η γλυκύτητα του ρεπερτορίου της καρδερίνας προσελκύει και αρκετούς εσωστρεφείς εκτροφείς, όπως είναι και ο γράφοντας.

Αυτή η άποψη εξηγεί και τον λόγο που η πλειοψηφία των εκτροφέων εκτρέφει καρδερίνες και όχι φλώρια ή φανέτα

ΕΡΩΤΗΣΗ

Έχει η καρδερίνα δικές της φωνές ή συμπληρώνει το ρεπερτόριό της με φωνές άλλων πτηνών;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Η καρδερίνα έχει ένα μικρό εύρος φωνών που χαρακτηρίζουν το είδος της. Σε αυτό συνηγορούν οι περισσότεροι εκτροφείς καρδερίνας. Για να συμπληρώσει συνεπώς το ρεπερτόριό της, «κλέβει» φωνές από άλλα ωδικά ωδικά πτηνά, τα οποία και καθορίζουν την ποιότητά της μεταξύ των εκτροφέων φωνής.

Λόγο αυτής της μιμητικής ικανότητας της καρδερίνας, πολλές από τις «δανικές» φωνές (λόγο άγνοιας των φωνών) λογίζονται από τους εκτροφείς σαν καρδερινίσιες. Το πρόβλημα μεγεθύνεται και από την ικανότητα της καρδερίνας να αποδίδει (με την διπλή σύριγγα που διαθέτει) δύο φωνές ταυτόχρονα, πράγμα που μπερδεύει τις φωνές μεταξύ τους και από την γρήγορη εναλλαγή των φωνών.

Στις δικές της φωνές (τον βασικό κορμό), συγκαταλέγονται τα «πιπικίσματα», τα «παρλίου» ή «βυρλία» η φωνή κινδύνου και «μαλώματος», το τζία και κάποια «γρεζάκια» όπως το καρδερινίσιο «τουρ» κλ. Π.

Η καρδερίνα μπορεί να πάρει φωνές από πολλά είδη πτηνών, ανάλογα με τους βιότοπους που αλλάζει κατά την μικρή (ενδημική, σε μικρό γεωγραφικό πλάτος) ή μεγαλύτερη μετανάστευση που πραγματοποιεί κατά την διάρκεια της ζωής της.

Η ικανότητά της αυτή είναι σημαντική, για να μπορέσουν τα άτομα του ίδιου υποείδους και οικογένειας, να κρατήσουν την γενετική τους ταυτότητα και συνοχή (μέσω της επικοινωνίας τους με την ίδια διάλεκτο) και να μην μπερδευτούν με τα άτομα άλλου υποείδους και περιοχής. Βέβαια αυτό δεν είναι πάντα εφικτό και οι επιμειξίες καθώς και οι διαφορετικές φωνές μεταξύ των μελών της ίδιας οικογένειας, είναι ένα γνωστό γεγονός. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα μικρά μαθαίνουν το ρεπερτόριο από τον πατέρα τους και το εμπλουτίζουν με φωνές από πτηνά που τυχαίνει να φωλιάζουν πλησίον τους.

Άλλος λόγος που η καρδερίνες παίρνουν ξένες φωνές, είναι και ο ανταγωνισμός μεταξύ των αρσενικών, που τις ωθεί να διανθίσουν το ρεπερτόριό τους.


ΕΡΩΤΗΣΗ

Αν μιμείται και άλλες φωνές (η καρδερίνα), γιατί αυτές να μην είναι από τα καλύτερα ωδικά πτηνά;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Ορισμένοι εκτροφείς θέλουν η καρδερίνα να έχει τις τυχαίες φωνές που μιμείται από το φυσικό της περιβάλλον, χωρίς να τους ενδιαφέρει η ποιότητα σε αυτές. Κάποιοι υποστηρίζουν επίσης ότι θα ήθελαν να ακούνε μόνο τις καρδερινίσιες φωνές!

Σαφώς είναι δικαίωμα του καθενός να ακούει και να βλέπει ότι θέλει. Όσοι όμως αναζητούν το «ευ» σε αυτό που κάνουν και στην περίπτωσή μας στο χρώμα και στον ήχο της καρδερίνας, αντλούν ευχαρίστηση από την αναζήτηση της ποιότητας του κελαηδήματος και την ομορφιά του χρωματισμού της καρδερίνας.

Μια καρδερίνα με «καρδερινίσιες» φωνές θα ήταν φτωχή σε ρεπερτόριο. Άλλωστε, εφόσον η καρδερίνα από την φύση της μιμείται άλλα ωδικά πτηνά, γιατί να μην αναζητήσουμε από την καρδερίνα τις καλύτερες φωνές των καλύτερων ωδικών πτηνών, σύμφωνα τους κανόνες της μουσικής αρμονίας που αναλύσαμε στην 1η και 2η ερώτηση;

Αυτή η εύλογη απορία δημιουργεί όμως και μία άλλη.

Ποια ωδικά πτηνά θεωρούνται τα καλύτερα και γιατί αυτά να βρίσκονται μόνο στην Ελλάδα ή στην Ευρώπη και όχι π.χ στον Αμαζόνιο;

Πολλοί ορνιθολόγοι αλλά και εκτροφείς που ασχολούνται με τις φωνές των ωδικών πτηνών, έχουν διαπιστώσει ότι τα πιο μελωδικά και πολύπλοκα τραγούδια, μπορούν να αποδώσουν (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων), τα ωδικά πτηνά που διαβιούν κυρίως στο βόρειο ημισφαίριο της γης. Αυτό το γεγονός εξηγείται από την ικανότητα της επικοινωνίας (φυσική επιλογή) που ανέπτυξαν τα πτηνά στα διάφορα φυσικά περιβάλλοντα.

Για παράδειγμα το πολύπλοκο και μελωδικό κελάηδημα της καρδερίνας, δεν θα είχε μεγάλη «ανταπόκριση» σε ένα τροπικό δάσος. Το πυκνό και υπερμεγέθης φύλλωμα των τροπικών δέντρων και φυτών θα παραμόρφωνε και θα εμπόδιζε ορισμένες σιγανές ή γρήγορες μελωδικές νότες, να ακουστούν πολύ μακριά.. Έτσι στα δάση του νοτίου ημισφαιρίου, εξελίχθηκαν ωδικά πτηνά με σύντομες, δυνατές και διαπεραστικές φωνές ή διακοσμητικά πτηνά με φανταχτερό φτέρωμα.

Ποια είναι όμως τα καλύτερα ωδικά πτηνά του βορείου ημισφαιρίου της γης;

Πολλοί έλληνες και ξένοι ορνιθολόγοι καθώς και εκτροφείς, επικεντρώνονται στα πτηνά της οικογένειας των Κιχλιδών όπου ανήκουν οι τσίχλες, ο κότσυφας και το αηδόνι και της οικογένειας των κορυδαλλών όπου ανήκει το τουρλί, η σιταρήθρα, ο κορυδαλλός κα. Επίσης αρκετοί θεωρούν κορυφαίες και ορισμένες νότες που προκύπτουν από τις παπαδίτσες, τα τσιχλόνια και τον τσοπανάκο.

Η δική μου γνώμη είναι ότι δεν υπάρχουν τέλεια ωδικά πτηνά (αυτά είναι μόνο στο μυαλό μας, εκτός σπανίων εξαιρέσεων) αλλά καλές, λιγότερο καλές, και άσχημες φωνές που θα πρέπει να προτιμούνται ή να αποφεύγονται από το ρεπερτόριο των παραπάνω ωδικών πτηνών που εκτρέφουμε ανάλογα με τον χαρακτήρα - γούστο μας. Να τονίσω όμως εδώ, πως το ωδικό πτηνό που συγκεντρώνει τους περισσότερους ψήφους μεταξύ των εκτροφέων είναι το τουρλί, αλλά και ένα καλό, χωρίς άσχημες φωνές και λάθη, αηδόνι.

Συντάκτης : Bασίλης Σελέκος /Πηγή-Αναδημοσίευση από karderines.gr
 
Για το ρεπερτόριο της καρδερίνας οι εκτροφείς που ασχολούνται με τις φωνές στην χώρα μας, έχουν επικεντρωθεί στα παρακάτω ωδικά πτηνά:

ΑΗΔΟΝΙ (luscinia megarhynchos)

Είναι μεταναστευτικό πτηνό που έρχεται στην χώρα μας αρχές Απριλίου και φεύγει τον Αύγουστο. Θεωρείται ο βασιλιάς των ωδικών πτηνών.

Το παροιμιώδες κελάηδημά του, είτε σόλο είτε σε χορωδίες με άλλα, έχει κάνει το αηδόνι ένα από τα πιο φημισμένα ωδικά πτηνά.

Ο λάρυγγάς του αποτελείται από τέσσερις χορδές (σύριγγες), που του επιτρέπουν να παράγει σε όλη την μουσική κλίμακα, μια ευρεία γκάμα ήχων, από γλυκές και μεταλλικές νότες και φλάουτα, μέχρι ήχους ρινικούς, οξείς, εισπνοής, γρατζουνιστούς κ.λπ. Οι τελευταίοι αποφεύγονται από το ρεπερτόριο της καρδερίνας.

ΤΟΥΡΛΙ (lullula arborea)

Απαντάται στην χώρα μας όλο το χρόνο. Αποτελεί τον μελωδικότερο εκπρόσωπο της οικογένειας των Κορυδαλλών (Alaudidae).

Οι παλιοί εκτροφείς ωδικών πτηνών έλεγαν χαριτολογώντας ότι «ο θεός δημιούργησε το αηδόνι για τους ανθρώπους και το τουρλί για τον εαυτό του»!

Αποδίδει κυρίως ήχους από γλυκές νότες και φλάουτα, χωρίς να λείπουν και οι μεταλλικές νότες και τα καμπανάκια. Το γενικό σύνολο του κελαηδήματος ακούγεται πολύ μελωδικό.

ΠΑΠΑΔΙΤΣΕΣ

Αποτελούν ζωηρά και χαριτωμένα πτηνά της οικογένειας Παρίδαι (Paridae).

Ο πιο χαρακτηριστικός εκπρόσωπος είναι ο καλόγερος (Purus major), συχνός επισκέπτης των πάρκων και των κήπων της χώρας μας.

Οι παπαδίτσες αποδίδουν με το κεφάτο κάλεσμά τους, πολλές παραλλαγές από δισύλλαβες ή τρισύλλαβες μεταλλικές νότες και καμπανάκια (parus major, parus caeruleus), καθώς και γλυκές νότες (parus caeruleus, parus ater).

Λέγεται ότι κάποια παραλλαγή του καλέσματός τους ηχεί σαν απόσπασμα από το «γάμο του φίγκαρο» του Μότσαρτ!

Βέβαια δεν λείπουν και πιο οξείς ήχοι (κινδύνου ή θυμού) οι οποίοι αποφεύγονται από το ρεπερτόριο της καρδερίνας, όπως επίσης και το «πινκ – πινκ» ή «τιν – τιν» που μοιάζει με αυτό του σπίνου (fringilla coelebs).

ΤΣΙΧΛΟΝΙΑ

Ανήκουν στην οικογένεια Εμπεριζίδαι (Εmberizidae).

Αποτελούνται από αρκετά είδη τα οποία, άλλα ενδημούν στην χώρα μας και άλλα την επισκέπτονται το καλοκαίρι και τον χειμώνα.

Το πιο συνηθισμένο είναι το σιρλοτσίχλονο (emberiza cirlus).

Η κύρια φωνή τους είναι μια τρίλια, που αντιγράφετε εύκολα από την καρδερίνα και διαφέρει από είδος σε είδος.

Αποδίδεται με μεταλλική χροιά ή καμπανάκια (emberiza cirlus, emberiza calandra), όπου και προτιμάται για το ρεπερτόριο της καρδερίνας, ενώ αποφεύγονται οι λιγότερο ποιοτικές τρίλιες, που αποδίδονται με ήχο ξεθωριασμένο, σκληρό, οξύ, γραντζουνιστό κ.λπ.

ΤΣΟΠΑΝΑΚΟΣ

Ανήκει στην οικογένεια Σιττίδαι (Sittidae).

Στην χώρα μας απαντώνται δύο κύρια είδη, ο βραχοτσοπανάκος (sitta neumayer) και ο δενδροτσοπανάκος (sitta europea), ενώ ο τουρκοτσοπανάκος (sitta krueperi), κλωσάει μόνο στην Λέσβο. Ο πρώτος προτιμά βραχώδη παραθαλάσσια οικοσυστήματα της κεντρικής Ελλάδας, της Πελοποννήσου και των νησιών, ενώ ο δεύτερος πιο ορεινές περιοχές της βόρειας Ελλάδας.

Αποτελούν πολύ αγαπητά πουλιά. Αποδίδουν γλυκές και μεταλλικές νότες και φλάουτα, καθώς και πιο σκληρούς ήχους και σφυρίγματα (που θυμίζουν αυτά των τσοπάνηδων), όπου δεν προτιμούνται στο ρεπερτόριο της καρδερίνας.

Μια οποιαδήποτε καρδερίνα της φύσης μπορεί να δώσει το εξής υποθετικό ρεπερτόριο. Ξεκίνημα με πιπικίσματα, συνέχεια με παρλίου και τζία (δηλαδή με φωνές που χαρακτηρίζουν το είδος της) και κατόπιν να τελειώσει την ανάσα της με σπίνο και τουρ (tour) από φανέτο, φλώρο ή καρδερίνα (το τουρ της καρδερίνας που οι εκτροφείς λένε «γρεζάκι», λόγο της ελαφρώς γρατζουνιστής χροιάς του).

Αν αποδώσουμε τις φωνές με γράμματα του αλφαβήτου θα έχουμε κάτι που μοιάζει ως εξής:

τσιπά – τσιπά – παρλίου – παρλίου – τζία - τζία – τιν – τιν – τιν – τιν – τουρρρρρρρ…….

Η αντίστοιχη απόδοση με ποιοτικές φωνές π.χ από αηδόνι και τσιχλόνι θα ήταν η εξής:

τσιπά – τσιπά - παρλίου – παρλίου – ίνσπο - ίνσπο - ίνσπο - κγλικγλιγκλιγκλιγκλιγκλι - τσβα - τσβα – τσβα – τσβα – τσβα.

Βέβαια ο ανθρώπινος λάρυγγας δεν μπορεί να αποδώσει την μεταλλική χροιά της καρδερίνας, αλλά από τα δύο αυτά παραδείγματα νομίζω ότι ο καθένας (ακόμα και εάν δεν έχει ακούσει τις παραπάνω φωνές), μπορεί να καταλάβει την διαφορά της ποιότητας.

Ατελείωτες ώρες ακρόασης φωνών στην φύση, σε διάφορα εκτροφεία, στο κασετόφωνο και το CD, μου έδωσαν να καταλάβω ότι όπως σε μια ορχήστρα η οποιαδήποτε λάθος εκτέλεση και παραφωνία θα γίνει αντιληπτή από τον μαέστρο, έτσι και στα ωδικά πτηνά τα λάθη και η ποιότητα των φωνών θα γίνουν αντιληπτά από το «εξασκημένο» στα ποιοτικά ακούσματα, αυτί του εκτροφέα!

Κατά γενική ομολογία των εκτροφέων καρδερίνας φωνής, οι φωνές (φάλτσα και άσχημοι ήχοι όπως ρινικοί, οξείς, εισπνοής, γρατζουνιστοί κλπ), που μειώνουν την μελωδία του κελαηδήματος στην καρδερίνα, είναι η φωνή κινδύνου, το κάλεσμα του σπίνου (το τιν - τιν και όχι το γαλιάντρισμα), τα διάφορα «τουρ» της καρδερίνας (γρεζάκια) του φλώρου του φανέτου κλ. Π.

Η θέση της «λάθους φωνής» στο ρεπερτόριο (αρχή, μέση ή τέλος), έχει επίσης σημασία. Το «τιν – τιν» του σπίνου π χ (η παπαδίτσα έχει επίσης έναν παρόμοιο ήχο που επίσης πρέπει να αποφεύγεται), όταν περνιέται γρήγορα από την καρδερίνα στο μέσο του ρεπερτορίου και όχι στην αρχή ή στο τέλος, μπορεί να περάσει και «απαρατήρητο» από κάποιον άπειρο στις φωνές εκτροφέα. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν αποτελεί λάθος, αλλά ότι η θέση της φωνής δεν θα επηρεάσει πολύ αρνητικά το γενικό σύνολο του

ρεπερτορίου.

Το ίδιο ισχύει φυσικά με οποιαδήποτε λάθος φωνή. Αντίθετα οι φωνές που ανεβάζουν την ποιότητα του κελαηδήματος (κατά σειρά μιμητικής προτίμησης από την καρδερίνα και όχι ποιότητος) είναι του τσιχλονιού, του αηδονιού, της παπαδίτσας, του τσοπανάκου και του τουρλιού.

Η πλειοψηφία των καρδερίνων πέρα από τις δικές της φωνές (καλές και άσχημες), διαθέτει σπίνο, φλώρο, φανέτο, λίγο τσιχλόνι (συνήθως 1 -2 μεταλλικές τρίλιες) και λίγο αηδόνι (τσίκα – τσίκα, βατ – βατ, τσβά – τσβά κλ. Π.). Σπανιότερα μπορείς να ακούσεις και παπαδίτσα, τσοπανάκο και λίγο τουρλί.

Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, υπάρχουν καρδερίνες που δεν έχουν τις «άσχημες» καρδερινίσιες και ξένες φωνές, όπως το τζία (για ορισμένους), τα γρεζάκια, τον σπίνο κλ. Π. Οι περιπτώσεις αυτές όταν συνδυαστούν με τις ποιοτικές φωνές που αναφέραμε αποτελούν το «όνειρο» κάθε εκτροφέα καρδερίνων φωνής. Λόγο όμως της εξαιρετικής σπανιότητας αυτών των πτηνών στην φύση, πολλοί εκτροφείς προσπαθούν να αναπαράγουν και να εκπαιδεύουν με διάφορους τρόπους, μικρά καρδερίνας γεννημένα στο κλουβί.

Αυτός ο τρόπος είναι σαφώς πιο δύσκολος και τα καρδερινάκια που προκύπτουν δεν μπορούν να ανταγωνιστούν αυτά της φύσης σε ποικιλία φωνών και «νεύρο». Δυστυχώς όμως, αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσουμε να έχουμε ποιοτικές καρδερίνες φωνής γεννημένες στο κλουβί.

Το δασκάλεμα με ζωντανά ωδικά πτηνά όπως το αηδόνι, το τουρλί κλπ ή με κασετόφωνο ή CD, δεν έχει αποδειχτεί τόσο αποτελεσματικό όσο με μια καλή σε φωνές καρδερίνα ή καρδερινοκάναρο για δάσκαλο.

Όσον αφορά το χαρακτηριστικό της μεταλλικής – κρυστάλλινης χροιάς της φωνής, που παρουσιάζουν ορισμένες οικόσιτες από τις άγριες καρδερίνες, πρέπει να αναφέρουμε ότι το είδος, το υποείδος, καθώς και ο τόπος καταγωγής τους (γενεαλογικό δέντρο), παίζουν τον πρωτεύοντα ρόλο. Η στάθμη των ορμονών και η υγεία παίζουν δευτερεύοντα λόγο. Για να υπάρχει λοιπόν αντικειμενικότητα θα πρέπει να συγκρίνουμε καρδερίνες του ίδιου είδους, υποείδους και οικογένειας. Η δικιά μου παρατήρηση στο θέμα αυτό είναι ότι μια καλά ταϊσμένη και υγιείς καρδερίνα, του ίδιου υποείδους και οικογένειας, ελάχιστα διαφέρει στην χροιά από τις άγριες.

Το υψόμετρο του βιοτόπου (βουνά, οροπέδια), φαίνεται να παίζει επίσης σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση καλού και χωρίς άσχημες φωνές, ρεπερτορίου. Στην πράξη όμως μερικές από τις καλύτερες καρδερίνες σε καθαρότητα, ποιότητα και ποικιλία φωνών στην Ελλάδα, βρίσκονται σε νησί χωρίς μεγάλο υψόμετρο βουνών! Άρα η γνώμη ότι παντού μπορείς να βρεις καλές και κακές καρδερίνες, νομίζω ότι είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα.


ΕΡΩΤΗΣΗ

Οι Πατρινές καρδερίνες για παράδειγμα είναι οι καλύτερες ή αυτό αποτελεί άλλον έναν μύθο;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Σύμφωνα με όσα έχουμε ήδη αναφέρει, η μόνη απάντηση που ταιριάζει απόλυτα σε αυτήν την ερώτηση είναι ότι «παντού υπάρχει ένας μύθος»!

Τέλος θα ήθελα να προσπαθήσουμε μια πρώτη προσέγγιση – γνώμη πάνω στο θέμα των κριτηρίων – ωδικών χαρακτηριστικών, με τα οποία θα αξιολογούσαμε το κελάηδημα της καρδερίνας.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Σε σχέση λοιπόν με όσα έχουμε αναφέρει οι καρδερίνες θα μπορούσαν να κριθούν με τα εξής ορθολογικά κριτήρια:

1. Την γλυκύτητα του ήχου (γλυκές νότες)

2. Την μεταλλική χροιά (μεταλλικές νότες)

Τον συνδυασμό των παραπάνω, δηλαδή:

3. Τις νότες καμπάνας (καμπανάκια)

4. Τα φλάουτα - διπλοφωνίες

5. Τα «παρλία» και τα «πιπικίσματα»

6. Την σπανιότητα και την δυσκολία απόδοσης της φωνής

7. Το γενικό σύνολο, τα λάθη κλπ

Οι φωνητικές χορδές τις καρδερίνας παράγουν νότες με εξαιρετική μεταλλική χροιά, ενώ π.χ στο καναρίνι η «φύση» κλίνει περισσότερο στην γλυκύτητα της χροιάς που αντιπροσωπεύουν οι γλυκές νότες και τα φλάουτα.

Στο ρεπερτόριο που προτείνεται για το ελληνικό ωδικό καναρίνι, φωνές υψηλής βαθμολογίας κατά την αξιολόγηση, είναι αυτές που συνδυάζουν γλυκύτητα και μέταλλο, δηλαδή τα καμπανάκια και τα φλάουτα (7-10 βαθμοί).

Με τον τρόπο αυτό πετυχαίνεται η ακουστική ικανοποίηση και των δυο χαρακτήρων (εσωστρεφείς – εξωστρεφείς), χωρίς παράλληλα να μειώνουμε την φύση του καναρινιού σε γλυκύτητα ήχων. Για τον ίδιο λόγο οι γλυκές νότες βαθμολογούνται υψηλότερα (5-7 βαθμοί) σε σχέση με τις μεταλλικές (3-5 βαθμοί).

Στην καρδερίνα όμως, οι μεταλλικές νότες θα πρέπει να έχουν μεγαλύτερη βαθμολογία γιατί αυτό προστάζει η φύση της καρδερίνας.

Θα μπορούσαμε συνεπώς να δώσουμε για την καρδερίνα τις εξής βαθμολογίες:

1. Γλυκύτητα ήχου (5 βαθμοί + 1 – 2 βαθμοί στην επιμέρους ποιότητα)

Αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της μελωδίας. Αποδίδεται με νότες που προκύπτουν από το αηδόνι όπως: «τζλουί – τζλουί», «τζουί – τζουί», «τσλίκα – τσλίκα», «τσβα – τσβα», «γλώνσπι – γλώνσπι», «βατ – βατ», «βατς – βατς» κ.λπ. από το τουρλί: «ίνβο – ίνβο», «τουρλί – τουρλί», «τζλουβί – τζλουβί», «βλιοντίρι – βλιοντίρι» κ.λπ. από τον καλόγερο και την ελατοπαπαδίτσα: «νίτσλου – νίτσλου – νίτσλου», «βίτσλε – βίτσλε – βίτσλε», «τσίτσιβα – τσίτσιβα – τσίτσιβα» κ.λπ. και από τον τσοπανάκο: «τζίβα – τζίβα», «τσλίβα – τσλίβα», «γκίβα – γκίβα» κ.λπ.

Παράδειγμα:

Η νότα «τζουί – τζουί», μπορεί να πάρει στο σύνολο 5 βαθμούς και +1 βαθμό αν αποδίδεται αργά από την καρδερίνα. Αντίθετα η νότα «τζλουί – τζλουί»

μπορεί να πάρει 5 βαθμούς + 2 βαθμούς για την επιμέρους ποιότητα (λόγο γλυκύτητας) δηλαδή 7 στο σύνολο και +1 βαθμό επίσης εάν αποδίδεται αργά.



2. Μεταλλική χροιά (5 βαθμοί + 1 – 2 βαθμοί στην επιμέρους ποιότητα)

Είναι ο ήχος που προκύπτει όταν χτυπάμε δυο μέταλλα μεταξύ τους. Αποδίδεται κυρίως από το τσιχλόνι: «ντίντίντίντίντίν», «ντόντόντόντόντόν», «τζίνκτζίνκτζίνκτζίνκτζίνκ» κ.λπ. από το αηδόνι: «τσίκα – τσίκα», «ίνσπα – ίνσπα», «τσιόνκ – τσιόνκ» κ.λπ. και από τον καλόγερο: «ντίν – ντιν ντίν – ντιν ντίν», «ντίν – ντάτα – ντίν – τάτα – ντίν», «τσί – ντάτα – τσί – ντάτα» κ.λπ.

3. Καμπανάκια (8 βαθμοί + 1 – 2 βαθμοί στην επιμέρους ποιότητα)

Συνδυάζουν γλυκύτητα και μεταλλική χροιά και αποτελούν τους πιο ευχάριστους ήχους της φύσης.

Αποδίδονται κυρίως από τις παπαδίτσες: «ντιλιντίν – ντιλιντίν – ντιλιντίν», «ντίλιντον – ντίλιντον – ντίλιντον», «τσιλιντίν – τσιλιντίν – τσιλιντίν» κ.λπ. και από τσιχλόνια: «ντλίντλίντλίντλίντλί», «γκλίγκλίγκλίγκλίγκλί» κ.λπ. Η κρυστάλλινη διαύγεια είναι ο όρος της ποιότητας του ήχου που επιδιώκετε από τις φωνές αυτές.

4. Φλάουτα – διπλοφωνίες (8 βαθμοί + 1 – 2 βαθμοί στην επιμέρους ποιότητα)

Συνδυάζουν την γλυκύτητα του ήχου της φλογέρας με μία ελαφριά μεταλλική χροιά.

Αποδίδονται κυρίως από το τουρλί: «λύλύλύλύλύλύλύ», «βλίβλίβλίβλίβλί», «λιάρφιλιάρφιλιάρφιλιάρφι», «φλιάουφλιάουφλιάουφλιάου» κ.λπ. από το αηδόνι: «κουΐκουΐκουΐκουΐκουΐκουΐκο», «τζλουΐτζλουΐτζλουΐτζλουΐ», «βίγκοβίγκοβίγκοβίγκοβίγκο» κ.λπ. και από τον τσοπανάκο: «φλίφλίφλίφλίφλί», «φριλίφριλίφριλίφριλί» κ.λπ.

Η καρδερίνα αποδίδει φλάουτα κυρίως από διπλοφωνία, δηλαδή από τουρλί και τσιχλόνι (τουρλοτσίχλονο) ή τσιχλόνι και αηδόνι ταυτόχρονα. Αυτό συμβαίνει διότι η καρδερίνα διαθέτει διπλή σύριγγα (όπως τα περισσότερα ωδικά πτηνά), που της δίνει την δυνατότητα να έχει δύο φωνές. Μπορούν έτσι δύο φωνές να ηχούν μαζί σε αρμονία (διπλοφωνία) ή να δημιουργούνται από την καρδερίνα πολύπλοκα τραγούδια.

5. Παρλία (βυρλία) και πιπικίσματα (5 - 10 βαθμοί στο σύνολο)

Είναι σημαντικές φωνές «επικοινωνίας» της καρδερίνας που χαρακτηρίζουν το κελαήδημά της. Τα πιπικίσματα («τσιπά - τσιπά» κλπ), αποδίδονται συνήθως με μεταλλική χροιά ενώ τα βυρλία («τσιβυρλίου», «παρλίου» κλπ), με γλυκύτητα ήχου.

Λόγο της μεγάλης και έμφυτης, από τον γενότυπο της καρδερίνας, ποικιλίας αυτών των ήχων, η αξιολόγησή τους μπορεί να γίνεται στο σύνολό τους και όχι σε επιμέρους φωνές.

6. Σπανιότητα και δυσκολία φωνής (1 βαθμό)

Το χαρακτηριστικό αυτό ανήκει στα επιμέρους χαρακτηριστικά ποιότητας των φωνών και έχει σχέση με το να μην έχει ακουστεί η φωνή αυτή από ωδικά πτηνά τα τελευταία χρόνια, είτε γιατί είναι σπάνια στην φύση, είτε γιατί είναι δύσκολο για τα σποροφάγα πτηνά και την καρδερίνα να την μιμηθούν και να την αποδώσουν στο ρεπερτόριό τους.

7. Το γενικό σύνολο (5 – 20 βαθμοί), τα λάθη (πλην 5 – 10 βαθμοί)

Το γενικό σύνολο του κελαηδήματος της καρδερίνας (αργό, μελωδικό, μεταλλική χροιά, ποικιλία φωνών κλπ), θα πρέπει να βαθμολογείται επίσης και θα επηρεάζεται αρνητικά (5 – 10 βαθμοί κάθε λάθος φωνή) και από τους ανεπιθύμητους ήχους - φωνές που αναλύσαμε σε προηγούμενη ερώτηση.

Τέλος να αναφέρουμε ότι όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά αξιολόγησης των φωνών, μπορούν να καταγράφονται σε έναν πίνακα βαθμολογίας αντίστοιχο με αυτόν που προτείνεται για το ελληνικό ωδικό καναρίνι στην ιστοσελίδα Greek singer. Με τον τρόπο αυτό η κάθε φωνή της καρδερίνας έχει την αντικειμενική της αξία και το σύνολο του ρεπερτορίου της μπορεί να βαθμολογηθεί.

Συντάκτης: Βασίλης Σελέκος /Πηγή-αναδημοσίευση από karderines.gr
 
Πολλοί μπερδεύουν την διδασκαλία με την εκπαίδευση.

Με τον όρο διδασκαλία εννοούμε την προσπάθεια που καταβάλλει το μικρό να γίνει ίδιο ή και καλύτερο από τον δάσκαλό του.

Με την εκπαίδευση προσπαθούμε να επιτύχουμε να αποδώσουν όσο το δυνατό καλύτερα αυτά που έμαθαν τα πουλιά στη διδασκαλία.

Διδασκαλία

Χρησιμοποίηση δασκάλων (καλύτερη μέθοδος) ή χρησιμοποίηση μαγνητοφωνημένων φωνών.

Αμέσως μετά τον απογαλακτισμό μεταφέρουμε τα μικρά σε κλουβιά μέσα στο ίδιο δωμάτιο που βρίσκονται οι δάσκαλοι που έχουμε επιλέξει ή όπου αναπαράγονται οι φωνές που επιθυμούμε. Οι δάσκαλοι θα πρέπει να είναι συγγενικά πουλιά, να έχουν όλες τις φωνές. Καλό είναι να ξεχωρίσουμε τα νεαρά αρσενικά από τα νεαρά θηλυκά. Οι μαθητές σε διάστημα λίγων εβδομάδων παρακολουθούν και προσπαθούν να μιμηθούν το κελάηδημα και τις κινήσεις των δασκάλων.
Εκπαίδευση

Στην ηλικία των 12 με 14 εβδομάδων που τα πουλιά αρχίζουν και κάνουν την πρώτη τους πτερόρροια, βάζουμε ανάμεσά στα κλουβιά χωρίσματα, ώστε να μην βλέπουν το ένα πουλί το άλλο για να μπορέσουν να συγκεντρωθούν καλύτερα στο τραγούδι τους. Οι δάσκαλοι βρίσκονται μέσα στο ίδιο δωμάτιο. Μετά από 4 μέρες ελαττώνουμε το φως στο χώρο, και σταδιακά το κλείνουμε τελείως. Μπαίνει ελάχιστο φώς από κάποιο παράθυρο.

Μετά από 4 μέρες ανοίγουμε το φως στο χώρο και τοποθετούμε ελαφριά κουρτίνα μπροστά στο εκπαιδευτήριο. Σταδιακά μειώνουμε το φως στο χώρο έως ότου το κλείσουμε τελείως ενώ η κουρτίνα πάντα παραμένει μπροστά στα πουλιά. Φροντίζουμε αυτός ο χώρος να αερίζεται σωστά προσέχουμε τη διατροφή και αλλάζουμε συχνά το νερό. Όταν έχουμε απόλυτο σκοτάδι πρέπει να προσέξουμε να μην χάσουν τον προσανατολισμό τους. Δηλαδή πότε ξημερώνει και πότε νυχτώνει. Για να το επιτύχουμε αυτό ανοίγουμε την κουρτίνα το πρωί για να καταλάβουν ότι ξημέρωσε και την κλείνουμε μετά από μισή ώρα.

Το πουλί στο τέλος θα το βάλουμε σε χώρο που να μην έχει επαφή με άλλα πουλιά και "χαλάσει", μέχρι την επόμενη πτερόρροια, ακούγοντας ταυτόχρονα τις φωνές που έμαθε. Στην πτερόρροια που θα κάνει θέλει προσοχή, γιατί υπάρχει περίπτωση να ξεχάσει τις φωνές του. Σε αυτή την περίπτωση επαναλαμβάνουμε την παραπάνω διαδικασία.

Πηγή /Αναδημοσίευση : cardueliscarduelis-canary.blogspot.gr/
 
Τελευταία επεξεργασία από moderator:
Φιλέ εξαιρετικό άρθρο και πολύ λεπτομερές. Σε ευχαριστώ παρά πολύ για το ενδιαφέρον
 
εχετε αναρωτηθει πως δασκαλευαν οι παλιοι τα πουλια, οταν δεν υπηρχε η σημερινη τεχνολογια;
 
εχετε αναρωτηθει πως δασκαλευαν οι παλιοι τα πουλια, οταν δεν υπηρχε η σημερινη τεχνολογια;

λοιπον, βρισκαν ενα πολυ καλο πουλι με οσο το δυνατον λιγοτερα λαθη, δεναν ενα κορδονακι στο κλουβι και το βαζαν απεναντι απο τους μαθητες.
αρχιζε και ελεγε ο δασκαλος και μολις ηταν να πει το λαθος, τραβουσαν το κορδονακι και το πουλι σταματαγε το κελαιδησμα, ετσι προσπερναγε τα λαθος και δεν το μεταδιδε στους μαθητες.

τωρα βεβαια αυτο δεν χρειαζεται, μιας και μπορουμε να ηχογραφησουμε τον δασκαλο και να αφαιρεσουμε τα τυχον λαθη που μπορει να κανει.
 
λοιπον, βρισκαν ενα πολυ καλο πουλι με οσο το δυνατον λιγοτερα λαθη, δεναν ενα κορδονακι στο κλουβι και το βαζαν απεναντι απο τους μαθητες.
αρχιζε και ελεγε ο δασκαλος και μολις ηταν να πει το λαθος, τραβουσαν το κορδονακι και το πουλι σταματαγε το κελαιδησμα, ετσι προσπερναγε τα λαθος και δεν το μεταδιδε στους μαθητες.

τωρα βεβαια αυτο δεν χρειαζεται, μιας και μπορουμε να ηχογραφησουμε τον δασκαλο και να αφαιρεσουμε τα τυχον λαθη που μπορει να κανει.

Off topic... Τα καναρίνια ξέρεις πως τα εκπαίδευαν;
 
Αυτό που θα γράψω το έμαθα από δύο διαφορετικούς γέροντες (μακαρίτες εδώ και πολλά χρόνια)
Ο ένας ήταν μικρασιάτης πρόσφυγας και ο άλλος πατρινός. Επειδή η πληροφορία ήταν από δύο διαφορετικές πηγές, νομίζω ότι είναι πιθανό να γινόταν.
Στις φυλακές εκπαίδευαν καναρίνια φωνής με τον εξής τρόπο. Είχαν μια μικρή πήλινη στάμνα με νερό και με ένα λεπτό καλαμάκι φύσαγαν μέσα στο νερό, με τέτοιο τρόπο που οι φυσαλίδες να παράγουν ήχους - κελάηδισμα.
Φαντάζεσαι βέβαια ο εκπαιδευτής τι εκπαίδευση έπρεπε να είχε κάνει ο ίδιος για να "κελαηδάει" καλά !:D
Έλεγαν λοιπόν οι γέροντες ότι αυτό γινόταν στις φυλακές της Τουρκίας αλλά και της Ελλάδας... Μάλιστα ο πατρινός έλεγε ότι αυτό γινόταν από την εποχή που μέσα στο κάστρο του Ρίου ήταν φυλακή... Δηλ. το 1800!
 
Τα καναρίνια και γενικά τα περισσότερα ζώα, απαντούν στους δυνατούς θορύβους και κυρίως σε αυτούς που έχουν υψηλή συχνότητα, ακόμη και αν δεν είναι πολύ δυνατοί σε ένταση.

Χωρίς να είμαι ειδικός, νομίζω ότι το "σκάσιμο" της μπουρμπουλήθρας παράγει ήχο υψηλής συχνότητας και η επανάληψη του κάνει τα πουλιά να κελαηδούν ασταμάτητα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι με αυτόν τον τρόπο εκπαιδεύονται να κελαηδούν και σωστά. Απλά κελαηδούν για όση ώρα διαρκεί η "εκπαίδευση". Δυστυχώς, η μπουρμπουλήθρα δεν μπορεί ένα κοινό καναρινί να το κάνει Waterslager. :)
 
"Πετάγομαι" κι εγώ να πω ότι τα πουλιά γενικά με τον ήχο του νερού κελαηδάνε ακόμα και όταν ακούν μια βρύση που ανοίγει.
 
εγω δημητρη θα ηθελα να μου πεις αν εχεις ακουσει απο που ειχε προκύψει η φημη οτι οι πατρινες καρδερινες ηταν οι καλυτερες.
 
Πιθανόν Δημήτρη, δεν το γνωρίζω και τέλεια το θέμα. :)
Παίζεις με το καλαμάκι και το νερό και κάνεις ''πλεξίματα ήχων'' . Οι μυημένο- εξασκημένοιι, δημιουργούν ηχητικά αποτελέσματα που μοιάζουν πολύ με κελάηδισμα. Θα έχετε ακούσει η δει ανθρώπους που με μόνο όπλο τα χέρια και το στόμα τους κάνουν ήχους από διάφορα όργανα, δημιουργώντας την εντύπωση ορχήστρας.
 
εγω δημητρη θα ηθελα να μου πεις αν εχεις ακουσει απο που ειχε προκύψει η φημη οτι οι πατρινες καρδερινες ηταν οι καλυτερες.

... Προτιμώ να μην ανοίξουμε τέτοια κουβέντα 😉.
 
Back
Top